Τα ποσοστά της παχυσαρκίας αυξάνονται ιδιαιτέρως γρήγορα μεταξύ των παιδιών και στις χώρες χαμηλότερου εισοδήματος. Η έκθεση συμπεραίνει ότι σχεδόν όλες οι χώρες που αναμένεται να δουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις παχυσαρκίας τα ερχόμενα χρόνια είναι οι χώρες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος στην Ασία και την Αφρική.
Η Λουίζ Μπάουρ, πρόεδρος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας για την Παχυσαρκία, χαρακτήρισε τα στοιχεία αυτά «σαφή προειδοποίηση». Παράλληλα, δήλωσε πως οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής χρειάζεται να δράσουν τώρα, για να αποτρέψουν την επιδείνωση της κατάστασης.
«Είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό να βλέπουμε τα ποσοστά παχυσαρκίας να αυξάνονται ταχύτερα μεταξύ των παιδιών και των εφήβων», τόνισε σε ανακοίνωσή της. «Οι κυβερνήσεις και οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής ανά τον κόσμο χρειάζεται να κάνουν ό,τι μπορούν για να αποφευχθεί η μεταβίβαση υγειονομικού, κοινωνικού και οικονομικού κόστους στη νεότερη γενιά», σημείωσε.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η παιδική παχυσαρκία θα μπορούσε να υπερδιπλασιαστεί από τα επίπεδα του 2020, φτάνοντας σε αριθμό τα 208 εκατομμύρια αγόρια και τα 175 εκατομμύρια κορίτσια ως το 2035.
Το κόστος για την κοινωνία είναι σημαντικό, λόγω των καταστάσεων υγείας που συνδέονται με το να είναι κανείς υπέρβαρος, τόνισε η ομοσπονδία: πάνω από 4 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως ως το 2035, ή 3% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Ωστόσο, οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι δεν επιρρίπτουν την ευθύνη στο άτομο, αλλά ζητούν να εστιαστεί η προσοχή σε κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και βιολογικούς παράγοντες που εμπλέκονται στις καταστάσεις αυτές.
Οι συντάκτες της έκθεσης, για τις αξιολογήσεις αυτές, χρησιμοποίησαν τον δείκτη μάζας σώματος (BMI), αριθμό που υπολογίζεται με τη διαίρεση του βάρους δια το τετράγωνο του ύψους. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), ένας άνθρωπος είναι υπέρβαρος όταν ο δείκτης μάζας σώματός του ξεπερνάει το 25 και παχύσαρκος όταν ξεπερνάει το 30.
Τα στοιχεία αυτά θα παρουσιαστούν σε υπευθύνους χάραξης πολιτικής του ΟΗΕ και τα κράτη μέλη την ερχόμενη εβδομάδα.
Το 2020, 2,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι ενέπιπταν στις κατηγορίες αυτές, ή το 38% του παγκόσμιου πληθυσμού.