Ο στόχος της μελέτης ήταν να διερευνήσει τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο αρρυθμιών σε ασθενείς που νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ με μηχανικό αερισμό, λόγω βαριάς COVID-19. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν το σουηδικό μητρώο ΜΕΘ προκειμένου να συλλέξουν στοιχεία όλων των ασθενών με τα συγκεκριμένα κριτήρια που νοσηλεύτηκαν και πήραν εξιτήριο μεταξύ Μαρτίου 2020 και Ιουνίου 2021. Έγινε αντιστοιχία κάθε ασθενή με έως και 10 άτομα από τον γενικό πληθυσμό, σταθμισμένη ανά ηλικία, φύλο και περιοχή κατοικίας. Πολλαπλά υποχρεωτικά εθνικά μητρώα χρησιμοποιήθηκαν για την καταγραφή νέων διαγνώσεων αρρυθμιών μετά την έξοδο από τη ΜΕΘ.
Συνολικά, η μελέτη περιλάμβανε 3.023 ασθενείς με σοβαρή COVID-19 που έλαβαν μηχανικό αερισμό σε σουηδική ΜΕΘ και 28.463 άτομα από τον γενικό πληθυσμό (ομάδα ελέγχου). Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν 62 έτη και το 30% ήταν γυναίκες.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τον κίνδυνο ανάπτυξης κάθε αρρυθμίας σε ασθενείς με σοβαρή COVID-19, σε σύγκριση με εκείνους χωρίς σοβαρή COVID-19. Οι αναλύσεις προσαρμόστηκαν για παράγοντες που συνδέονται με την πιθανότητα διαταραχών του καρδιακού ρυθμού, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας, του φύλου, της υψηλής αρτηριακής πίεσης, του διαβήτη, των υψηλών λιπιδίων του αίματος, της χρόνιας νεφρικής νόσου και της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης (επίπεδο εκπαίδευσης, οικογενειακή κατάσταση και εισόδημα). Η μέση διάρκεια παρακολούθησης ήταν εννέα μήνες.
Αποτελέσματα
Σε ασθενείς που είχαν σοβαρή COVID-19, τα ποσοστά επίπτωσης ανά 1.000 ανθρωποέτη κοιλιακής ταχυκαρδίας, κολπικής μαρμαρυγής, άλλων ταχυαρρυθμιών και εμφύτευσης βραδυκαρδίας/βηματοδότη ήταν 15,4, 78,4, 99,3 και 8,5, αντίστοιχα. Τα αντίστοιχα ποσοστά επίπτωσης στην ομάδα ελέγχου ήταν 0,9, 6,0, 6,7 και 0,9, αντίστοιχα.
Σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, οι ασθενείς που είχαν σοβαρή COVID-19 που απαιτούσε μηχανικό αερισμό είχαν 16πλάσιο κίνδυνο κοιλιακής ταχυκαρδίας, 13πλάσιο κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής, 14πλάσιο κίνδυνο άλλων ταχυαρρυθμιών και 9πλάσιο κίνδυνο εμφύτευσης βραδυκαρδίας/βηματοδότη.
"Η πραγματική πιθανότητα εμφάνισης κοιλιακής ταχυκαρδίας ή άλλων αρρυθμιών μετά από σοβαρή COVID-19 είναι χαμηλή για τον ασθενή, αλλά πολύ υψηλότερη από ό, τι σε εκείνους χωρίς σοβαρή λοίμωξη", δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης δρ Marcus Stahlberg (φωτογραφία) του Ινστιτούτου Karolinska της Στοκχόλμης και πρόσθεσε: "Οι ασθενείς με COVID-19 που χρειάζονται μηχανικό αερισμό συχνά έχουν άλλες καταστάσεις και η προσθήκη διαταραχής του καρδιακού ρυθμού μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση της υγείας τους. Αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να αναζητήσουν ιατρική βοήθεια εάν αναπτύξουν αίσθημα παλμών ή ακανόνιστους καρδιακούς παλμούς μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, ώστε να μπορούν να αξιολογηθούν για πιθανές αρρυθμίες".
Να προετοιμαστούν τα συστήματα Yγείας
Ο Δρ Stahlberg επισήμανε πως "αυξημένος κίνδυνος αρρυθμιών μετά από COVID-19 έχει επίσης αναφερθεί προηγουμένως στο μεγαλύτερο μέρος των ασθενών με COVID-19 που δεν χρειάζονται θεραπεία σε ΜΕΘ", ενώ χτύπησε καμπανάκι για την ανάγκη προετοιμασίας των συστημάτων Υγείας: "Μαζί με τα νέα δεδομένα μας και λαμβάνοντας υπόψη ότι παγκοσμίως έχουμε 650 εκατομμύρια αναφερόμενες περιπτώσεις COVID-19, τα νοσοκομειακά συστήματα θα πρέπει να προετοιμαστούν για αύξηση των ασθενών που χρειάζονται διαχείριση για νέες αρρυθμίες", κατέληξε.
Πηγή: European Society of Cardiology (ESC)