Το αποτέλεσμα της οικονομικής στενότητας είναι τα ζευγάρια να ζουν συγκαταβατικά κάτω από την ίδια στέγη χωρίς να είναι πραγματικά ευτυχισμένα.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την ερευνήτρια Έφη Σίμου, του Τομέα Επιδημιολογίας και Βιοστατιστικής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ) με τη συμμετοχή στη στατιστική ανάλυση της Ελευθερίας Καναβού και με βάση ανάλυση στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ και του ΑΕΠ από το 1995 έως και το 2011, φαίνεται ξεκάθαρα ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια της κρίσης υπάρχει εμφανέστατη πτώση των διαζυγίων.
Με βάση την ανάλυση της κ. Σίμου: «Το κλασικό πρότυπο της πυρηνικής οικογένειας άρχισε να διασπάται και από τη ραγδαία ανάπτυξη των διαζυγίων που, όπως φαίνεται στο διάγραμμα "ΑΕΠ και δείκτης διαζυγίων, 1995-2011", κατά τη διάρκεια των ετών 1995-2005 το ποσοστό των διαζυγίων αυξήθηκε από 1,03 (10.995) στο 1,21 (13.494) ανά 1.000 κατοίκους. Φαίνεται όμως ότι την τελευταία τετραετία της κρίσης οι Έλληνες σταμάτησαν να παίρνουν τόσο εύκολα την απόφαση για διαζύγιο και να το ξανασκέφτονται αφού ο αριθμός των διαζυγίων άρχισε να μειώνεται στο 1,17 (13.275 διαζύγια το χρόνο) το έτος 2010».
Και όλα αυτά την ώρα που η οικογένεια, πυρηνική ή διευρυμένη, στη χώρα μας αποτέλεσε σε πολλές εποχές το συνεκτικό δίχτυ που συγκράτησε τον ευρύτερο κοινωνικό ιστό. «Ο θεσμός της οικογένειας αποτέλεσε για χρόνια το βασικό κύτταρο της οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης.
Η παραδοσιακή μορφή οικογένειας τα τελευταία χρόνια φαίνεται να υφίσταται μετασχηματισμό όχι μόνο λόγω των νέων τύπων-συμφώνων συμβίωσης, αλλά και λόγω της ραγδαίας αύξησης των διαζυγίων των προηγούμενων ετών που κάνουν πλέον τους γάμους να μη διαρκούν μια ζωή», εξηγεί η κ. Σίμου.