Τα οιστρογόνα που βρίσκονται σε υψηλές συγκεντρώσεις στον εγκέφαλο είναι σημαντικά για τη διατήρηση της επικοινωνίας μεταξύ των νευρώνων και της δημιουργίας αναμνήσεων, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Neuroscience.
Οι νευρώνες του εγκεφάλου δημιουργούν οιστρογόνα, με τους επιστήμονες να αποδεικνύουν πως όταν η διαδικασία αυτή δεν πραγματοποιείται, ο εγκέφαλος έχει σημαντικά μικρότερη πυκνότητα νευρικών συνάψεων στο τμήμα του εγκεφάλου, που ονομάζεται πρόσθιος εγκέφαλος.
Ο Dr. Darrell Brann από το Τμήμα Νευροεπιστημών και Ανανεωτικής Ιατρικής του Ιατρικού Κολλεγίου της Τζώρτζια στο Πανεπιστήμιο Augusta και οι συνάδελφοί του διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια των οποίων οι νευρώνες δεν παράγουν οιστρογόνα έχουν μειωμένη χωρική, αναγνωριστική και φοβική μνήμη (δεν μπορούν να αντιληφθούν τι είναι επικίνδυνο), ενώ όταν τα επίπεδα των οιστρογόνων στον εγκέφαλο επανέρχονται στο φυσιολογικό, οι λειτουργίες αυτές αποκαθίστανται.
Οι επιστήμονες έλαβαν υπόψη τους το γεγονός – που έχει ήδη παρατηρηθεί σε προηγούμενες μελέτες – ότι όταν μπλοκάρεται η παραγωγή της αρωματάσης, του ενζύμου που είναι υπεύθυνο για την παραγωγή οιστρογόνων, παρουσιάζονται προβλήματα μνήμης, τόσο στα πειραματόζωα όσο και στους ανθρώπους. Επιπλέον, οι ασθενείς που λαμβάνουν αναστολείς αρωματάσης για τον ορμονοεξαρτώμενο καρκίνο του μαστού, έχουν επίσης αναφέρει διαταραχές μνήμης.
Για να πραγματοποιήσουν, λοιπόν, τη μελέτη τους, οι επιστήμονες «σίγησαν» την αρωματάση από τον πρόσθιο εγκέφαλο και συγκεκριμένα από τους διεγερτικούς νευρώνες, ώστε να επικεντρωθούν στο ρόλο των οιστρογόνων που παράγονται από αυτά τα εγκεφαλικά κύτταρα.
Το πρώτο συμπέρασμα ήταν μια μείωση κατά 70-80% στα επίπεδα αρωματάσης και οιστρογόνων στους νευρώνες σε αυτές τις περιοχές του εγκεφάλου. Το δεύτερο συμπέρασμα ήταν ότι τα ποντίκια χωρίς αρωματάση δεν μπορούσαν να θυμηθούν το ίδιο καλά με τα υπόλοιπα ποντίκια.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές πραγματοποίησαν εκτεταμένους ελέγχους συμπεριφοράς σε αρσενικά και θηλυκά ποντίκια, στους οποίους συμπεριλήφθηκαν και ποντίκια στα οποία είχαν αφαιρεθεί οι ωοθήκες τους, ως μέτρο ελέγχου για να εξασφαλιστεί ότι δεν κυκλοφορούν στον οργανισμό τους οιστρογόνα που μπορεί να καταλήξουν στον εγκέφαλο.
Οι ηλεκτροφυσιολογικές μελέτες των τμημάτων του τροποποιημένου με οιστρογόνα εγκεφάλου έδειξαν ότι ενώ η μακροπρόθεσμη ενίσχυση ( η διαδικασία με την οποία οι νευρωνικές συνάψεις ενισχύονται για να σχηματίσουν μνήμη) λειτουργούσε και στα ποντίκια με την μπλοκαρισμένη αρωματάση, εντούτοις δεν λειτουργούσε στα ίδια καλά επίπεδα με τα άλλα τρωκτικά. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, η τοποθέτηση ενός ισοδύναμου οιστρογόνου απευθείας στον ιππόκαμπο του εγκεφάλου αποκατέστησε αυτή την ικανότητα μέσα σε λίγα λεπτά.
Το μπλοκάρισμα της αρωματάσης μείωσε επίσης την έκφραση του CREB, ενός σημαντικού μεταγραφικού παράγοντα που είναι γνωστό ότι διαδραματίζει βασικό ρόλο στη μάθηση και τη μνήμη, καθώς και του BDNF, ενός άλλου νευροτροφικού παράγοντα.
Οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι τα ευρήματα της μελέτης τους αναγνωρίζουν τα οιστρογόνα που παράγονται από τους νευρώνες του εγκεφάλου ως ένα νέο νευροδιαμορφωτή, δηλαδή έναν κρίσιμο αγγελιοφόρο που χρησιμοποιούν οι νευρώνες για να επικοινωνήσουν μεταξύ τους κάτι που είναι απαραίτητο για βασικές λειτουργίες όπως η γνώση και η μνήμη.
«Υπάρχουν πολλά κενά που πρέπει να συμπληρωθούν για να γίνει κατανοητή αυτή η φυσική διαδικασία, ώστε να διερευνηθούν περαιτέρω και οι θεραπευτικές προοπτικές», τονίζει ο Δρ. Brann. Αυτό περιλαμβάνει την περαιτέρω εμβάθυνση ως προς το τι ρυθμίζει την εγκεφαλική αρωματάση, αν τα επίπεδα των οιστρογόνων του εγκεφάλου μειώνονται με τη φυσιολογική γήρανση και, αν αυτό συμβαίνει, τι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να αυξηθεί η παραγωγή αρωματάσης και οιστρογόνων στον εγκέφαλο.
Τέλος, τα οιστρογόνα συνιστούν ένα «μειονέκτημα» για τις γυναίκες, επειδή αν και η φθορά της μνήμης παρατηρείται και στα δύο φύλα, όταν η παραγωγή των οιστρογόνων μειώνεται, οι δυσκολίες μνήμης που παρατηρούνται είναι πιο σημαντικές στις γυναίκες σύμφωνα με τους ερευνητές.