Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η συστηματική λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων όπως η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη μπορούν να μειώσουν έως και κατά 40% τον κίνδυνο νόσου.
Η ασπιρίνη από την άλλη μεριά που ανήκει και αυτή στην κατηγορία των αντιφλεγμονωδών δεν είχε την ίδια ευεργετική δράση σύμφωνα με τους ερευνητές.
Να σημειωθεί ότι η έρευνα δεν διεξήχθη σε υγιείς εθελοντές γι’ αυτό και δεν συνιστάται η προληπτική λήψη αυτών των χαπιών σε μακροχρόνια βάση, εκτός αν υπάρχει σχετική ιατρική σύσταση.
«Πολλές έρευνες έχουν αξιολογήσει κατά πόσο η λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων όπως η ασπιρίνη, η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη επηρεάζουν τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του μαστού» σχολίασε η Δρ. Amy Degnim, χειρουργός μαστού της Mayo Clinic.
«Ωστόσο δεν γνωρίζουμε με ποιο τρόπο η λήψη αυτών των φαρμάκων μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο μετά από μια θετική βιοψία για καρκίνο του μαστού» συμπλήρωσε.
Η Δρ. Degnim και οι συνεργάτες της πραγματοποίησαν έρευνα σε 3,089 γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε βιοψία λόγω υποψίας νόσου μεταξύ 1992 και 2001.
Το αρχικό αποτέλεσμα της βιοψίας σε όλες αυτές τις γυναίκες ήταν αρνητικό μεν, αλλά κατηγοριοποιήθηκαν ως ασθενείς υψηλού κινδύνου για την εκδήλωση της νόσου μελλοντικά.
Στη διάρκεια της έρευνας 313 γυναίκες εκδήλωσαν καρκίνο του μαστού.Η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι οι γυναίκες που έπαιρνα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη παυσίπονα σε οποιαδήποτε περίοδο τη ζωής τους είχαν κατά 61% μικρότερο κίνδυνο νόσου σε σύγκριση με όσες δεν λάμβαναν αυτά τα φάρμακα.
«Βρήκαμε ότι οι γυναίκες που ανέφεραν ότι λάμβαναν ιβουπροφαίνη ή ναπροξένη είχαν κατά προσέγγιση 40% μειωμένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του μαστού» ανέφερε η Δρ. Degnim.
Μάλιστα η προστασία ήταν μεγαλύτερη για τις γυναίκες που λάμβαναν πιο συστηματικά αυτά τα φάρμακα.Αν και η τρέχουσα έρευνα δεν απαντά στο γιατί η λήψη αυτών των φαρμάκων μειώνει τον κίνδυνο νόσου, βάσει των συμπερασμάτων προηγούμενων μελετών αυτό αποδίδεται στη μείωση του πολλαπλασιασμού των κυττάρων και στον έλεγχο της απόπτωσης των κυττάρων.