Ωστόσο, νεότερα στοιχεία δείχνουν ότι οι αυξημένες ποσότητες αλατιού στη διατροφή μπορεί να καταστρέψουν το καρδιαγγειακό σύστημα και τα νεφρά.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου στη Σκωτία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η μεγάλη κατανάλωση αλατιού προκαλεί στρες στον εγκέφαλο.
Τα αποτελέσματα ενός πειράματος έδειξαν ότι η υψηλή πρόσληψη αλατιού μπορεί να αυξήσει την παραγωγή κορτιζόλης, που είναι η ορμόνη του στρες.
Η μελέτη συνέδεσε την κατανάλωση τροφών πλούσιων σε αλάτι με την ενεργοποίηση του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων (HPA), του συστήματος απόκρισης του σώματος στο στρες. Επίσης, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι οδήγησε σε αυξήσεις στα γλυκοκορτικοειδή, φυσικές ορμόνες που βοηθούν στη ρύθμιση της απόκρισης στο στρες και των καρδιαγγειακών, γνωστικών, ανοσολογικών και μεταβολικών λειτουργιών.
Ο Matthew Bailey, κύριος συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής νεφρικής φυσιολογίας στο Κέντρο Καρδιαγγειακής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, δήλωσε:
«Είμαστε αυτό που τρώμε και η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι επηρεάζουν την ψυχική μας υγεία είναι ένα σημαντικό βήμα για τη βελτίωση της ευεξίας. Γνωρίζουμε ότι η κατανάλωση αλατιού βλάπτει την καρδιά, τα αιμοφόρα αγγεία και τα νεφρά μας. Αυτή η μελέτη μας λέει τώρα ότι το υψηλό αλάτι στο φαγητό μας αλλάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας χειρίζεται το στρες».
Το νάτριο είναι απαραίτητο στοιχείο για τον οργανισμό αλλά χρειαζόμαστε μικρή ποσότητα.
Στη νέα μελέτη, μία ομάδα ποντικιών έτρωγε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο, ενώ μία άλλη ακολουθούσε διατροφή χαμηλή σε νάτριο.
Οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα της ορμόνης του στρες το πρωί και το βράδυ για έως και 8 εβδομάδες. Πήραν δείγματα αίματος για να αξιολογήσουν την απόκριση του άξονα HPA στο στρες.
Επιπλέον, συνέλεξαν και ανέλυσαν δείγματα ιστών για γενετικές πληροφορίες σχετικά με τον υποθάλαμο, το ήπαρ, τα νεφρά και την καρδιά.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ της πρόσληψης αλατιού από τη διατροφή και της ενεργοποίησης του άξονα HPA».
Η υψηλή πρόσληψη αλατιού οδήγησε σε υψηλά επίπεδα αλατιού στο αίμα, μια κατάσταση που ονομάζεται υπερνατριαιμία, καθώς και σε ανισορροπία υγρών.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι μια «μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι αποτελεί σημαντικό τροποποιητή συμπεριφοράς, τουλάχιστον στα τρωκτικά».
Εκτιμούν επίσης ότι η επίδραση του αλατιού στο στρες είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες από ότι στους άνδρες.
Ο Δρ. Bailey συνέστησε την αντικατάσταση του επιτραπέζιου αλατιού με εναλλακτικές λύσεις χαμηλής περιεκτικότητας σε αλάτι, όπως το χλωριούχο νάτριο ή το χλωριούχο κάλιο, σημειώνοντας ότι πρόσφατες μελέτες πιστοποιούν την αποτελεσματικότητά τους.
Οι ειδικοί τονίζουν ότι ο κίνδυνος δεν προέρχεται τόσο από το αλάτι που προσθέτουμε στο φαγητό όσο από τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο επιστημονικό περιοδικό Cardiovascular Research.