Στη διάρκεια της επιστημονικής εκδήλωσης για την διαχείριση του καρκίνου πνεύμονα στην κλινική πράξη, που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η Πνευμονολογική Κλινική του ΑΠΘ, η αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας, Αθανασία Πατάκα, αναφέρθηκε στις στρατηγικές διακοπής καπνίσματος, οι οποίες πλέον έχουν αρχίσει να επεκτείνονται και στα νέα καπνικά προϊόντα.
Στην ίδια εκδήλωση, ο αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας, Διονύσιος Σπυράτος, παρουσίασε τα τελευταία δεδομένα αναφορικά με τρεις άλλους, μη αμελητέους, παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονα, με σημαντικότερη την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Συμπεριφορική αλλαγή, φάρμακα, παρακολούθηση
Εκτός από την σωματική εξάρτηση από τη νικοτίνη, η καπνιστική συνήθεια σχετίζεται και με ψυχολογικούς, αλλά και με γονιδιακούς παράγοντες. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν καταφέρνουν να την κόψουν και πολλοί από τους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα, ακόμα και εκείνοι που έκαναν χειρουργείο για πλήρη θεραπεία.
Η στρατηγική διακοπής καπνίσματος, όπως είπε η κ. Πατάκα, πρέπει να αποτελεί έναν συνδυασμό της συμπεριφορικής αλλαγής και της χορήγησης φαρμάκων, ενώ κρίσιμη είναι και η στενή παρακολούθηση όλης της πορείας της προσπάθειας.
Τα φάρμακα στοχεύουν στην απαλλαγή από το στερητικό σύνδρομο, που ξεκινά μια ώρα μετά τη διακοπή και μπορεί να διαρκέσει ένα μήνα, ή και περισσότερο.
Πρώτης γραμμής φάρμακα (τα δεύτερης γραμμής δεν έχουν πάρει άδεια για την Ελλάδα) είναι:
τα υποκατάστατα νικοτίνης (σε μορφή αυτοκόλλητου, σπρέι, τσίχλας, ή σε πιπάκι),
η βουπροπριόνη, που ξεκίνησε ως αντικαταθλιπτικό και βρέθηκε στη συνέχεια ότι στους ασθενείς που είχαν βαριά κατάθλιψη και έπαιρναν το φάρμακο έκανε σαν παρενέργεια τη διακοπή καπνίσματος. Εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια χρησιμοποιείται για διακοπή καπνίσματος σε ασθενείς που δεν έχουν κατάθλιψη, όμως με σημαντικούς περιορισμούς.
Η βαρενικλίνη είναι το πρώτο φάρμακο που δημιουργήθηκε για την διακοπή του καπνίσματος. Ως μερικός ανταγωνιστής των υποδοχέων, αφενός παίρνει από τους καπνιστές τα συμπτώματα της στέρησης και αφετέρου αφαιρεί και το ευχάριστο συναίσθημα που δημιουργεί το τσιγάρο στον καπνιστή.
Σύμφωνα με την κ. Πατάκα. οι νέες μορφές καπνικών προϊόντων δεν περιλαμβάνονται στις στρατηγικές καπνίσματος και δυστυχώς έχουν αποτρέψει πολλούς από το να διακόψουν το κάπνισμα. "Δεν είναι άμοιρα κινδύνων", είπε και αναφέρθηκε σε πρόσφατη μελέτη, όπου υπάρχει ειδική στρατηγική για τη διακοπή προϊόντων ατμίσματος, που βασίζεται επίσης στο τρίπτυχο συμπεριφορική αλλαγή - φάρμακα - παρακολούθηση.
Ατμοσφαιρική ρύπανση
Παρόλο που το κάπνισμα κατέχει τα πρωτεία ως ενοχοποιητικός παράγοντας για την ανάπτυξη καρκίνου πνεύμονα, άλλοι παράγοντες δεν είναι αμελητέοι, με πρώτη την ατμοσφαιρική ρύπανση, στη οποία υπολογίζεται ότι οφείλεται το 13% με 14% των περιπτώσεων.
Από τους έξι βασικούς αέριους ρύπους (μονοξείδιο του άνθρακα, διοξείδιο του αζώτου, μικροσωματίδια, διοξείδιο του θείου, μόλυβδος και το όζον), τα μικροσωματίδια έχει αποδειχτεί ότι συνδέονται άμεσα με την ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονα, όπως ανέφερε ο κ. Σπυράτος.
Μετανάλυση του 2021 που περιέλαβε 30 μεγάλες μελέτες σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ασία, κατέδειξε πως τα ΡΜ 2,5 αυξάνουν κατά 16% τον κίνδυνο για καρκίνο του πνεύμονα και τα ΡΜ 10 κατά 22%.
"Δεν αποτελούν μια ορισμένη χημική ουσία, αλλά είναι ένα σύνθετο μίγμα που κατατάσσεται κυρίως λόγω μεγέθους και λιγότερο με βάση τη χημική του σύσταση", σημείωσε ο αναπληρωτής καθηγητής, προσθέτοντας πως τα επιτρεπόμενα όρια του ΠΟΥ έχουν πέσει την τελευταία 15ετία, γεγονός που δείχνει ότι το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οικιακή έκθεση σε ραδόνιο
Το ραδόνιο είναι ραδιενεργό υλικό που προέρχεται από τη διάσπαση του ουρανίου. Περίπου το 3% των περιστατικών καρκίνου του πνεύμονα μπορεί να αποδοθεί στην έκθεση σε αυτό, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο κατά περίπου 15%, ενώ φαίνεται να έχει συνεργική σχέση με το τσιγάρο.
Όπως διευκρίνισε ο κ.Σπυράτος, ο συγκεκριμένος κίνδυνος αφορά κυρίως την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, όπου είναι αυξημένη η οικιακή έκθεση σε ραδόνιο, κυρίως σε σπίτια κατασκευασμένα σε βραχώδες έδαφος. Αντίθετα, στην Ελλάδα είναι κάτω από τα επίπεδα τόσο της Ε.Ε. όσο και του ΠΟΥ.
Αμίαντος
Η παραγωγή και η χρήση του στην Ευρώπη έχει απαγορευτεί εδώ και περίπου 20 χρόνια, καθώς και σε 67 χώρες παγκοσμίως. Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ η κύρια πηγή έκθεσης σε αμίαντο πλέον προέρχεται από την καταστροφή παλιών κτιρίων που είχαν αμίαντο ως μονωτικό υλικό. "Στην πτώση των δίδυμων πύργων είχαμε μεγάλη εκπομπή ινών αμιάντου, οι πυροσβέστες εκτέθηκαν και ήδη άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα περιστατικά", παρατήρησε ο αναπληρωτής καθηγητής.
Εκτιμάται πως η έκθεση σε αμίαντο διπλασιάζει τον κίνδυνο για καρκίνο του πνεύμονα, ενώ πολύ περισσότερο αυξάνει τον κίνδυνο για μεσοθηλίωμα. Η σχέση είναι δοσοεξαρτώμενη, ενώ υπάρχει σαφώς συνεργική σχέση με το κάπνισμα σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονα.