Θεωρείται ότι επηρεάζει περίπου 1 στα 2.000 άτομα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, εκτιμάται ότι 135.000 έως 200.000 άτομα έχουν ναρκοληψία. Ο επιπολασμός της ναρκοληψίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι περίπου 4 άτομα στα 10.000 άτομα, δηλαδή περίπου 205.000 περιπτώσεις. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει επιδημιολογική μελέτη ωστόσο. Υπολογίζεται ότι έχουμε περίπου 5.000 ασθενείς, όμως μόνο 400 έχουν διαγνωσθεί και βρίσκονται κάτω από θεραπευτική αγωγή, ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Νευρολογίας, Αναστάσιος Μπονάκης, με αφορμή το 1ο συμπόσιο ναρκοληψίας.
Το κύριο χαρακτηριστικό της ναρκοληψίας είναι η ανεξέλεγκτη υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, ακόμη και μετά από πολλές ώρες ύπνου. Αυτές οι απότομες «επιθέσεις» ύπνου συμβαίνουν κυρίως σε στιγμές χαμηλής δραστηριότητας, π.χ. παρακολούθηση στο μάθημα, σε διαλέξεις, στο σινεμά, στο θέατρο, σε μια χαλαρή συζήτηση, αλλά ακόμη και σε στιγμές που κάποιος πρέπει οπωσδήποτε να είναι σε πλήρη εγρήγορση, όπως για παράδειγμα στην οδήγηση. Ο ανήσυχος ύπνος με συχνές εγέρσεις και έντονα όνειρα, επίσης αποτελεί συχνό εύρημα στην ναρκοληψία.
Άλλο κύριο χαρακτηριστικό της ναρκοληψίας είναι η καταπληξία, η οποία σε αντίθεση με την υπνηλία, εμφανίζεται σε στιγμές έντονης συναισθηματικής φόρτισης. Η απώλεια του μυϊκού τόνου σε στιγμές γέλιου ή φόβου, δηλώνουν καταπληξία, η οποία μπορεί να γίνει αντιληπτή, είτε σαν λύγισμα των γονάτων, πτώση της κεφαλής, άνοιγμα του στόματος και αιφνίδια, παροδική αλλαγή των χαρακτηριστικών του προσώπου, είτε και με πτώση του ατόμου, το οποίο αισθάνεται πλήρη αδυναμία κίνησης για ποικίλη διάρκεια. Σπανιότερα συμπτώματα αποτελούν οι ακουστικές ή οι οπτικές ψευδαισθήσεις.
Τα συμπτώματα της πάθησης εμφανίζονται στην παιδική ηλικία ή στην εφηβεία. «Δυστυχώς όμως» όπως ανέφερε ο καθηγητής, «η υπνηλία σχεδόν πάντα εκλαμβάνεται ως 'τεμπελιά', με συνέπεια τα παιδιά και οι έφηβοι, πέρα από το οργανικό τους πρόβλημα, να αντιμετωπίζουν και την απαξίωση του σχολικού και κοινωνικού περίγυρου». Όταν αναζητηθεί ιατρική βοήθεια, η ανεπαρκής ενημέρωση του ιατρικού κόσμου σε ένα σπάνιο νόσημα, οδηγεί τις περισσότερες φορές σε λάθος εκτίμηση και διάγνωση. Συνεπεία αυτού, πολλοί άνθρωποι έχουν συμπτώματα ναρκοληψίας για χρόνια πριν λάβουν μια σωστή διάγνωση. Συνήθως η διάγνωση γίνεται μεταξύ των 20 και 40 ετών.
Η διάγνωση της ναρκοληψίας γίνεται μόνο σε εξειδικευμένα Κέντρα Ύπνου, όπου οι ειδικοί γιατροί μπορούν να διενεργήσουν ιδιαίτερες μελέτες ύπνου.
Προς το παρόν, μόνιμη θεραπεία της ναρκοληψίας δεν υπάρχει. Υπάρχουν φάρμακα για την βελτίωση της εγρήγορσης, την βελτίωση του ύπνου και την αντιμετώπιση της καταπληξίας .