Σήμερα υπολογίζεται ότι περισσότερα από 300.000 ζευγάρια στην Ελλάδα είναι υπογόνιμα και σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες,ανατρέποντας πεποιθήσεις ετών προκύπτει ότι το 40% των περιπτώσεων της υπογονιμότητας οφείλεται σε λόγο αναγόμενο στη γυναίκα,ένα άλλο 40% σε λόγο αναγόμενο στον άνδρα και το υπόλοιπο 20% σε ανεξήγητο παράγοντα.
Η μέθοδος της εξωσωματικής γονιμοποίησης εφαρμόζεται τα τελευταία 32 χρόνια και χάρη σε αυτήν έχουν γεννηθεί πάνω από 2.500.000 παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο.Χάρη στη μεγάλη ποικιλία των μεθόδων της εξωσωματικής γονιμοποίησης, σήμερα είναι πλέον δυνατόν να αντιμετωπισθεί το μεμονομένο πρόβλημα που ταλαιπωρεί σχεδόν το κάθε συγκεκριμένο υπογόνιμο ζευγάρι ενώ η ποιοτική αναβάθμιση σημαίνει ότι έχουμε και καλύτερα ποσοστά κύησης από το παρελθόν. Τα ποσοστά επιτυχίας έχουν ξεπεράσει το 40%, ενώ πριν από δέκα χρόνια ήταν στο 10% - 15%, που σημαίνει ότι σχεδόν μία στις δύο γυναίκες σήμερα αποκτά παιδί με κάθε προσπάθεια που κάνει.
Ποια τα αίτια της υπογονιμότητας;
Τα κυριότερα αίτια υπογονιμότητας στην γυναίκα είναι η απόφραξη των σαλπίγγων μετά συνήθως από φλεγμονές, και οι ορμονικές διαταραχές που έχουν ως αποτέλεσμα τη μη φυσιολογική ή ποιοτική ωορρηξία.
Η ενδομητρίωση αποτελεί έναν άλλο παράγοντα υπογονιμότητας, όπως και η ηλικία.
Στον άνδρα η αλλοίωση των παραμέτρων του σπέρματος δημιουργεί υπογονιμότητα. Αυτήν την αλλοίωση προκαλούν φλεγμονές, ατυχήματα στα γεννητικά όργανα, ορμονολογικές διαταραχές, γενετικές χρωμοσωμικές ανωμαλίες, κιρσοκήλη, ανοσοποιητικοί παράγοντες και καμία φορά έκθεση ατόμων σε υψηλές θερμοκρασίες λόγω επαγγέλματος.
Η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελείται απο ορισμένα στάδια.Πριν ξεκινήσει η όλη διαδικασία,το ζευγάρι θα υποβληθεί σε ορισμένες απαραίτητες ιατρικές και αιματολογικές εξετάσεις που σκοπό έχουν να αυξήσουν όσο το δυνατό περισσότερο την επιτυχή εφαρμογή της μεθόδου.
Από τον άνδρα αυτό που χρειάζεται είναι το σπέρμα. Η γυναίκα μετά την ωοθηκική διέγερση, την οποία προκαλούν φάρμακα, υποβάλλεται σε διακολπική λήψη των ωαρίων. Ακολουθούν η γονιμοποίηση των ωαρίων με το σπέρμα του συζύγου και τέλος η τοποθέτηση των γονιμοποιημένων ωαρίων στη μήτρα.
Η εμβρυομεταφορά γίνεται συνήθως από τη δεύτερη ημέρα ως την έκτη. Σήμερα, ολοένα και περισσότερες εμβρυομεταφορές μπορούν να γίνουν στο στάδιο των βλαστοκύστεων, δηλαδή όταν το έμβρυο φτάνει την 6η ημέρα της ζωής του.
Μικρογονιμοποίηση ωοαρίων
Μέχρι πρόσφατα δεν ήταν δυνατό να βοηθηθούν ζευγάρια στα οποία οι άνδρες εμφάνιζαν σοβαρό πρόβλημα στο αριθμό ή την κινητικότητα του σπέρματος ή ακομα και αζωοσπερμία, δηλαδή παντελή έλλειψη σπερματοζωαρίων στο σπέρμα τους.Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα και αναγκαστικά χρησιμοποιούσαμε ξένο σπέρμα.
Τώρα με την έλευση της μικρογονιμοποιήσης, κάτω απο ένα ισχυρό μικροσκόπιο συλλαμβάνεται ένα σπερματοζωάριο με μικροπιπέττα και αφού διανοιχτεί το περίβλημα του ωαρίου ,τοποθετείται μέσα στο κυτταρόπλασμα του ωαρίου, προκαλούμε δηλαδή εμείς τη γονιμοποίηση. Ακόμα και σε άνδρες με αζωοσπερμία, με μία βελονίτσα παίρνουμε από τον όρχι τους σπερματοζωάρια.Στη συνέχεια χρησιμοποιείται ένα σπερματοζωάριο για τη γονιμοποίηση ενός ωαρίου και τα γονιμοποιημένα πλέον ωάρια μεταφέρονται ανώδυνα μέσα στη μήτρα. Με την μέθοδο αυτή πάνω απο 95% των ζευγαριών με προβλήματα σπέρματος καταφέρνουν να επιτύχουν γονιμοποίηση.
Προεμφυτευτική Γεντική Διάγνωση
Για την αποφυγή κυήσεων με έμβρυο με σοβαρό γενετικό νόσημα,όπως η β-μεσογειακή αναιμία,η κυστική ίνωση,και άλλες, τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται η προεμφυτευτική διάγνωση στα έμβρυα. Πρόκειται για μια τεχνική που εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης, με βιοψία είτε στη και στη 3η μέρα της ζωής του εμβρύου είτε στο στάδιο της βλαστοκύστης, προκειμένου να ελεγχθούν για γενετικές ανωμαλίες πριν την μεταφορά τους στη μήτρα.
Η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση για όλα τα κληρονομικά νοσήματα μπορεί να συνδυαστεί με την παράλληλη εφαρμογή του CGH-rray, ώστε από ένα πολύ μικρό δείγμα βιοψίας των γονιμοποιημένων ωαρίων να αντλήσουμε όλες τις πληροφορίες που θέλουμε, πριν το μεταφέρουμε στη μήτρα, γεγονός που μας επιτρέπει να εμφυτεύουμε τελικά μόνο τα απαλλαγμένα, από χρωμοσωμικές κληρονομικές ανωμαλίες έμβρυα.Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται κυρίως σε γυναίκες με επανειλειμένες αποτυχίες στην εξωσωματική γονιμοποίηση,σε γυναίκες με πολλαπλές αποβολές και σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Ήδη στην Ελλάδα κυοφορούν οι πρώτες 15 γυναίκες με την νέα αυτή μέθοδο.
Ιστοσυμβατά παιδιά
Τα τελευταία χρόνια η εφαρμογή της προεμφυτευτικής γενετικής διάγνωσης έχει επεκταθεί, πέρα από την αποτροπή μετάδοσης κληρονομικών νοσημάτων, στην απόκτηση υγιών, αλλά και ταυτόχρονα ιστοσυμβατών τέκνων προς άλλα νοσούντα τέκνα της ίδιας οικογένειας. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα εφαρμόσαμε την προεμφυτευτική γενετική διάγνωσή με έλεγχο ιστοσυμβατότητας σε τρεις οικογένειες με άρρωστα παιδιά τα οποία έχουν πλέον πλήρως ιαθεί μετά τη μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων από το ιστοσυμβατό αδερφάκι τους που γεννήθηκε έπειτα από εξωσωματική γονιμοποίηση με τη μέθοδο αυτή.
Η μέθοδος μπορεί να εφαρμοστεί και για τον αποκλεισμό γονιδίων που επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής μας ή μειώνουν το προσδόκιμο επιβίωσης, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και ο καρκίνος. Ήδη έχουμε εφαρμόσει με επιτυχία τη προεμφυτευτική γενετική διάγνωση για τον αποκλεισμό γονιδίων που συσχετίζονται με νεοπλασίες όπως νευροϊνωμάτωση και ρετινοβλάστωμα και έχουν γεννηθεί υγιή παιδιά.