Από τα ποιό συχνά νοσήματα εμφανίζονται οι γονοκοκκικές λοιμώξεις (βλενόρροια) αλλά και αυτές που οφείλονται στα χλαμύδια, σε κοινά μικρόβια, σε μύκητες και σε ένα παράσιτο την τριχομονάδα.
Στην κατηγορία των ποιό συχνών σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων ανήκουν οι μολύνσεις από τον ιο των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) ο έρπης των γεννητικών οργάνων, η λοίμωξη από τον ιο της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας , γνωστό ως HIV (AIDS), η σύφιλη και σε μικρότερο βαθμό η ηπατίτιδα. Ανησυχητική σύμφωνα με τις επιδημιολογικές μελέτες, είναι αύξηση αυτών στους εφήβους και στις γυναίκες.
Πρώτα συμπτώματα, επίσκεψη στο γιατρό.
Είναι πολύ σημαντικό να εντοπιστούν αρχικά από τον ασθενή τα συμπτώματα που θα τον κινητοποιήσουν άμεσα, προκειμένου να επισκευθεί το γιατρό. Τα συνηθέστερα από αυτά αφορούν την παρατήρηση κολπικού ή ουρηθρικού εκκρίματος, στην εμφάνιση ερεθισμού της γεννετικής περιοχής ή ακόμα και ελκώσεων .
Λιγότερο συχνά αναφέρεται δυσάρεστο αίσθημα κατά την ούρηση ή την ερωτική πράξη , ο πόνος χαμηλά στην κοιλιά ή σημεία από την περιοχή του στόματος . Χαρακτιριστική επίσης είναι η παρουσία βλαβών υπερπλαστικών συνήθως στο χρώμα του δέρματος .
Κάθε νόσος διαφέρει στη συμπτωματολογία της , και σίγουρα η διάγνωση θα πρέπει να γίνει από τον εξιδικευμένο γιατρό. Η αντιμετώπιση του κάθε ασθενούς γίνεται με πλήρη σεβασμό και υπευθυνότητα προς την ιδιωτικότητά του.
Συνέπειες για την υγεία
Καθένα από τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσημάτα έχει διαφορετική νοσηρότητα και εξέλιξη. Σε αρκετά από αυτά, η κατάλληλη θεραπεία οδηγεί στην ίαση, ενω η αμέλεια και μη έγκαιρη χορήγηση αγωγής μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές .
Έτσι μια χλαμυδιακή λοίμωξη μπορεί να παραμείνει εντοπισμένη προκαλώντας τραχηλίτιδα στις γυναίκες ή ουρηθρίτιδα στους άνδρες ή να οδηγήσει σε ευρύτερη νόσο στην κατώτερη κοιλία ακόμη και σε στειρότητα, ενώ είναι δυνατή και η προσβολή του εμβρύου κατά τον τοκετό, από την ασθενή μητέρα.
Ακόμα περισσότερο η γονοκοκκική λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει γενικευμένη νόσο και εκδήλωση μηνηγγίτιδας και ενδοκαρδίτιδας. Παρόμοια και η σύφιλη, μια ασθένεια ξεχασμένη από την ιστορία, η οποία ανέκαμψε τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας του ελειπούς υγειονομικού ελέγχου του μεταναστευτικού κύμματος.
Η έγκαιρη αντιμετώπιση επιφέρει πλήρη ίαση, ωστόσο η ανεπαρκής θεραπεία οδηγεί σε καρδιαγγειακή και οφθαλμική προσβολή καθώς και μόνιμες νευρολογικές διαταραχές. Από την άλλη, σε νοσήματα ιογενούς προέλευσης η θεραπεία αποσκοπεί στον έλεγχο και υποχώρηση των συμπτωμάτων και όχι της εξάλειψης του ίδιου του ιού.
Αξιοπρόσεκτη είναι η σοβαρότητα που ενδέχεται να παρουσιάσει μια ερπητική προσβολή σε περιπτώσεις πολαπλών υποτροπών σε ανοσοκαταστελμένα άτομα. Τα κονδυλώματα, όπως είναι ευρύτερα γνωστά, οφείλονται στον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων . Είναι τεκμηριωμένο πως από τα 23 στελέχη που προσβάλλουν το κατώτερο γεννητικό σύστημα, 16 18 και άλλοι είναι ογκογόνοι και πιθανό να οδηγήσουν σε καρκίνο του τραχήλου της μήτρας.
Τρόποι μετάδοσης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων
Ο κύριος τρόπος μετάδοσης είναι μέσω της σεξουαλικής επαφής αλλά και με κοινή χρήση βελόνων, την μετάγγιση αίματος, ακόμα και τη λεγόμενη κάθετη μετάδοση, δηλαδή από την μητέρα στο έμβρυο. Επίσης από την άμεση επαφή με δέρμα πάσχοντος και σπάνια έμμεσα κατά την επαφή με μολυσμένα αντικείμενα.
Η σεξουαλική επαφή, σε οποιαδήποτε μορφή της εξακολουθεί να είναι ισχυρός τρόπος μεταφοράς. Άλλωστε, κλινικά σημεία των Σ.Μ.Ν δεν εντοπίζονται αυστηρά στην γεννητική περιοχή, αλλά δύναται να να ανευρίσκονται στον στοματικό βλεννογόνο, στον φάρυγγα και στην περιοχή του πρωκτού.
Πρόληψη και ενημέρωση
Η πρόληψη αποτελεί την σπουδαιότερη κίνηση γαι την αντιμετώπιση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, η χρησιμοποίηση προφυλακτικού θεωρείται από μεγάλο μέρος του πληθυσμού, σαν μια επαρκής κίνηση προκειμένου να νιώθει ασφαλής. Σε σημαντικό βαθμό, αυτό είναι αλήθεια, θεωρείται όμως ανεπαρκής μέθοδος όταν η σεξουαλική συμπεριφορά δεν είναι υπεύθυνη και ώριμη. Η έναρξη των ερωτικών επαφών σε πολυ μικρή ηλικία, η συνεχής εναλλαγή ερωτικών συντρόφων, ο ελλειπείς υγειονομικός έλεγχος, αποτελούν επίσης ισχυρούς παράγοντες επικινδυνότητας. Εξάλλου η χρήση του προφυλακτικού είναι δυνατό, να καλύψει μόνο συγκεκριμένη ανατομική περιοχή, καθιστώντας μερική την προστασία.
Αξίζει να σημειωθεί, το σημαντικό πλεονέκτημα που έχει προσφέρει στην αντιμετώπιση των κονδυλωμάτων το προλιπτικό “όπλο” του εμβολίου. Πρόκειται για εμβόλιο το οποίο προστατεύει από συγκεκριμένους υπότυπους του ιού HPV. Η χορήγηση του εμβολίου έχει ενταχθεί στα πλαίσια του εθνικού εμβολιασμού για γυναίκες ηλικιών 12 μέχρι 26 ετών.
Σε κάθε περίπτωση, η σωστή ενημέρωση, η υπεύθυνη αντιμετώπιση και ενημέρωση των ερωτικών συντρόφων και η προφύλαξη, θα συμβάλλει αποτελεσματικά στον περιορισμό των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και των επακόλουθων κοινωνικών συνεπειών αλλά και της υγείας του συνόλου.