Οι ερευνητές, για να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την έρευνα χρησιμοποιήσαν ποντίκια και ερεύνησαν το πώς ανταποκρίνονται διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου τους στο χρόνιο στρες υπό διάφορες μορφές διατροφής. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται πλευρική ηνία και απενεργοποιεί την ανταπόκριση ανταμοιβής του εγκεφάλου, ήταν ενεργή σε ποντίκια που έκαναν βραχυπρόθεσμη διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, έτσι ώστε να προστατεύσει το ζώο από την υπερκατανάλωση τροφής.
Στα ποντίκια, όμως, τα οποία ζούσαν με χρόνιο στρες, αυτό το τμήμα του εγκεφάλου τους παρέμενε αδράνες, επιτρέποντας στα σήματα ανταμοιβής να παραμείνουν ενεργά και να ενθαρρύνουν τη σίτιση για ευχαρίστηση, χωρίς να ανταποκρίνονται στα ρυθμιστικά σήματα κορεσμού.
Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι τα στρεσαρισμένα ποντίκια που ακολουθούσαν δίαιτα υψηλή σε λιπαρά έπαιρναν διπλάσιο βάρος από τα ποντίκια που ακολουθούσαν την ίδια δίαιτα αλλά δεν είχαν υποστεί στρεσογόνες καταστάσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος και των ποντικιών περιέχει ένα μόριο, το ΝΡΥ, το οποίο παράγεται φυσικά ως απάντηση στο στρες. Όταν οι ερευνητές το μπλόκαραν στα ποντίκια, εκείνα κατανάλωναν λιγότερο comfort φαγητό, με αποτέλεσμα να παίρνουν λιγότερο βάρος.
Στη συνέχεια οι ερευνητές πραγματοποίησαν στα ποντίκια ένα τεστ σουκραλόζης, μιας τεχνητής γλυκαντικής ουσίας. Επέτρεψαν στα ποντίκια να επιλέξουν σκέτο νερό ή νερό που είχε την τεχνητή γλυκαντική ουσία. Τα ποντίκια με το περισσότερο στρες και με δίαιτα υψηλή σε λιπαρά κατανάλωναν τρεις φορές περισσότερη σουκραλόζη. Το ενδιαφέρον είναι ότι τα ποντίκια με μια κανονική διατροφή, αλλά που είχαν επίσης χρόνιο στρες, δεν επέλεξαν το νερό με τη γλυκαντική ουσία.
Συμπεράσματα
Μέσα από την έρευνα αυτή μπορούμε να κατανοήσουμε ότι τις στιγμές που αισθανόμαστε στρες, χρησιμοποιούμε πολλή ενέργεια και το αίσθημα της ανταμοιβής που μας δίνει ένα σνακ υψηλό σε θερμίδες, μπορεί να μας ηρεμήσει. Όταν οι καταστάσεις αυτές όμως δεν είναι στιγμιαίες ή για μικρές περιόδους, αλλά τις βιώνουμε για μεγάλο χρονικό διάστημα φαίνεται, η εξίσωση φαίνεται να αλλάζει, οδηγώντας σε φαγητό που μακροπρόθεσμα είναι κακό για τον οργανισμό.
Το χρόνιο στρες μπορεί να παρακάμψει μια φυσική απόκριση του εγκεφάλου που μειώνει την ευχαρίστηση που αποκτάται από το φαγητό με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να θέλει να ανταμείβεται συνεχώς και να τρώει. Το άγχος δηλαδή παρακάμπτει τη φυσική ικανότητα του εγκεφάλου να εξισορροπεί τις ενεργειακές ανάγκες.
Τα πράγματα γίνονται πιο σοβαρά όταν το άγχος συνδυάζεται με μια διατροφή υψηλής θερμιδικής αξίας, γιατί αυτό μπορεί να οδηγήσει σε όλο και μεγαλύτερη πρόσληψη τροφής, καθώς και σε προτίμηση για γλυκά, ιδιαίτερα εύγευστα τρόφιμα, προωθώντας έτσι την αύξηση του σωματικού βάρους και την παχυσαρκία.