Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύει μια νέα επιστημονική μελέτη η οποία αναφέρει πως τα κορίτσια που έχουν γεννηθεί από πατεράδες μεγαλύτερους των 30 ετών και μικρότερους από 20 διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρκίνο αργότερα στη ζωή τους.
Στη νέα έρευνα, συμμετείχαν 133.000 γυναίκες από τις ΗΠΑ.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες, των οποίων οι πατεράδες ήταν μικρότεροι των 20 ετών τη στιγμή που γεννήθηκαν, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο των ωοθηκών αργότερα στη ζωή τους, συγκριτικά με εκείνες των οποίων οι μπαμπάδες ήταν από 25 έως 29 ετών.
Οι κόρες των έφηβων πατεράδων διέτρεχαν ακόμη 35% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού, προσθέτει δημοσίευμα της Daily Mail.
Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, τα κορίτσια που γεννήθηκαν όταν οι πατεράδες τους ήταν από 30 έως 34 ετών είχαν 25% αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της μήτρας, συγκριτικά με εκείνες των οποίων οι μπαμπάδες ήταν λίγο πριν τα 30.
Στην έρευνα του City of Hope institute στην Καλιφόρνια συμμετείχαν 133.000 γυναίκες, τις οποίες οι επιστήμονες παρακολούθησαν από το 1995 έως το 2010.
Πάνω από 5.300 διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού, 515 με καρκίνο των ωοθηκών και πάνω από 1.100 με καρκίνο του ενδομητρίου.
Παρότι οι ερευνητές δεν εξεπλάγησαν από το γεγονός ότι διαπίστωσαν να υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στην ηλικία του πατέρα και τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου που σχετίζεται με τις ορμόνες, δεν υπήρχαν προηγούμενες μελέτες που να υποδήλωναν ότι και τα κορίτσια που γεννιούνταν από νεαρούς άντρες διέτρεχαν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο.
«Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι η ηλικία των γονέων κατά τη σύλληψη -και ιδιαίτερα του πατέρα- φαίνεται να σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα επιπτώσεων στην υγεία και την ανάπτυξη του απογόνου» ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης, Yani Lu.
Η έρευνα παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Ένωσης για την Έρευνα για τον Καρκίνο (American Association for Cancer Research) στο Σαν Ντιέγκο.
Ο καρκίνος των ωοθήκων είναι συχνά στα πρώτα στάδια μια σιωπηλή ασθένεια, πράγμα που σημαίνει ότι πολλές γυναίκες δεν έχουν καθόλου συμπτώματα. Όταν εμφανιστούν τα συμπτώματα, συνήθως είναι ασαφή και μπορεί να περιλαμβάνουν οίδημα, πίεση, δυσφορία ή πόνο στην κοιλιά, καούρα, ναυτία ή φούσκωμα, αλλαγές στις συνήθειες επίσκεψης στην τουαλέτα, όπως δυσκοιλιότητα, διάρροια και συχνουρία λόγω της πίεσης, κούραση και απώλεια όρεξης, ανεξήγητη απώλεια ή αύξηση του σωματικού βάρους, αλλαγές στο εμμηνορρυσιακό κύκλο ή μετεμμηνοπαυσιακή αιμορραγία, πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή. Τα παραπάνω συμπτώματα είναι κοινά σε πολλές ασθένειες και οι περισσότερες γυναίκες που εμφανίζουν κάποια από αυτά δεν έχουν απαραίτητα καρκίνο των ωοθηκών. Μόνο οι εξετάσεις μπορούν να επιβεβαιώσουν τη διάγνωση.