Εμφανίζεται στο 5-10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας (12-45 ετών) και στα βασικά συμπτώματα περιλαμβάνονται οι διαταραχές εμμήνου ρύσης (αμηνόρροια, αραιομηνόρροια, αιμορραγίες), η υπερανδρογοναιμία (δασυτριχισμός, αλωπεκία, λιπαρότητα δέρματος, ακμή), η υπογονιμότητα, η παχυσαρκία κλπ.
Οι γυναίκες που πάσχουν από σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είναι πιθανότερο να αποκτήσουν παιδί με αυτισμό, σύμφωνα με ανάλυση στοιχείων από το Εθνικό Σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου από ομάδα ειδικών του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ.Οι διαταραχές του φάσματος του αυτισμού χαρακτηρίζονται από δυσκολίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση και την επικοινωνία μαζί με δυσκολίες προσαρμογής σε αλλαγές, μαθησιακά ελλείμματα, καθυστερημένη λεκτική ανάπτυξη και ευερεθιστότητα.
Οι ομάδα Βρετανών επιστημόνων είχε δημοσιεύσει και το 2015 μελέτη, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά με αυτισμό, πριν γεννηθούν έχουν αυξημένα επίπεδα στεροειδών ορμονών του φύλου (περιλαμβανομένης της τεστοστερόνης) γεγονός που συντελεί σε «αρρενοποίηση» του σώματος και του εγκεφάλου τους. Η ανακάλυψη ότι οι προγεννητικές στεροειδείς ορμόνες του φύλου εμπλέκονται στην εκδήλωση του αυτισμού θεωρείται μια πιθανή εξήγηση γιατί ο αυτισμός διαγιγνώσκεται συχνότερα στα αγόρια.
Έτσι διερωτήθηκαν αν αυτά τα αυξημένα επίπεδα στεροειδών ορμονών του φύλου προέρχονται από τη μητέρα. Αν η ίδια η γυναίκα έχει αυξημένα επίπεδα τεστοστερόνης, όπως στην περίπτωση του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, τότε μέρος της πλεονάζουσας ορμόνης περνάει μέσω του πλακούντα και φτάνει στο έμβρυο αλλάζοντας την εγκεφαλική του ανάπτυξη.
Χρησιμοποιώντας ανώνυμα στοιχεία από αρχεία γενικών γιατρών στη Μ. Βρετανία, οι ερευνητές εστίασαν σε 8.588 γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και τις συνέκριναν με 41.127 γυναίκες χωρίς το σύνδρομο.
Από την ανάλυση των δεδομένων και αφού έλαβαν υπόψιν άλλους πιθανούς παραγόντες κινδύνου (όπως τα μητρικά ψυχικά προβλήματα, ή επιπλοκές κατά την κύηση) οι γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είχαν 2,3% πιθανότητες να αποκτήσουν παιδί με αυτισμό, συγκριτικά με το 1,7% της ομάδας χωρίς πολυκυστικές ωοθήκες.
Αν και η πιθανότητα απόκτησης παιδιού με αυτισμό παραμένει μικρή, οι ερευνητές λένε ότι η μελέτη αναδεικνύει έναν συσχετισμό που θα πρέπει να συνεκτιμηθεί στους αιτιολογικούς παράγοντες του αυτισμού.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Translational Psychiatry.