Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης, που δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Heart», έδειξε ότι αυτοί που κοιμούνταν μια με δύο φορές την εβδομάδα για λίγο κατά τη διάρκεια της ημέρας είχαν τις μισές πιθανότητες να βρεθούν αντιμέτωποι με περιστατικά που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή, όπως εγκεφαλικό και καρδιακή προσβολή.
Οι μελετητές επιχείρησαν να βρουν τη σύνδεση ανάμεσα στη συχνότητα και τη διάρκεια του μεσημεριανού ύπνου και την πιθανότητα θανατηφόρων ή μη θανατηφόρων επεισοδίων καρδιακών νόσων σε 3.462 κατοίκους της Λοζάννης στην Ελβετία.
Στην έρευνα «CoLaus», η οποία εξέταζε τους παράγοντες πίσω από την ανάπτυξη καρδιαγγειακών ασθενειών, συλλέχθηκαν συμμετέχοντες που στην αρχή της μελέτης (2003-2006) είχαν ηλικία 35 με 75 έτη. Οι πρώτες ιατρικές εξετάσεις έγιναν μεταξύ του 2009 και του 2012 αφού πρώτα οι ερευνητές είχαν παρατηρήσει τις συνήθειες ύπνου της περασμένης εβδομάδας των συμμετεχόντων. Η υγεία όσων έλαβαν μέρος παρακολουθήθηκε για τα επόμενα 5 χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτή καταγράφηκαν 155 περιστατικά θανατηφόρων και μη καρδιαγγειακών καταστάσεων.
Πάνω από τους μισούς συμμετέχοντες (58%) δεν είχαν κοιμηθεί κατά τη διάρκεια της ημέρας την προηγούμενη εβδομάδα των εξετάσεων, ένας στους πέντε (19%) είχε πάρει έναν ή δυο μεσημεριανούς ύπνους, ένας στους 10 (12%) είχε κοιμηθεί μέσα στη μέρα τρεις με πέντε φορές και το 11% δήλωσε ότι πήρε έναν μεσημεριανό υπνάκο έξι με επτά φορές.
Διαπιστώθηκε ότι αυτοί που συνήθιζαν να παίρνουν έναν μεσημεριανό ύπνο διαστήματος από πέντε έως 60 λεπτά, μία με δύο φορές την εβδομάδα είχαν 48% λιγότερες πιθανότητες να προσβληθούν από εγκεφαλικό, καρδιακή προσβολή ή καρδιακή ανεπάρκεια συγκριτικά με εκείνους που δεν κοιμούνταν καθόλου. Ωστόσο, οι άνθρωποι που κοιμούνταν πάνω από αυτό το επίπεδο είχαν αυξημένες πιθανότητες τέτοιων επεισοδίων και μάλιστα όσο περισσότερο (πιο συχνά) κοιμούνταν τόσο ο κίνδυνος αυξανόταν. Αυτό ίσως οφείλεται στο ότι από μόνη της η ανάγκη του να κοιμάται κανείς περισσότερο ενδέχεται να υποκρύπτει κάποιο πρόβλημα υγείας. Αυτή όμως η αύξηση κινδύνου, με ύψος 67%, εξαφανίστηκε όταν διερευνήθηκαν και άλλοι δυνητικά βλαβεροί παράγοντες.
Η ωφέλιμη επίδραση του μεσημεριανού ύπνου διατηρήθηκε ακόμα και όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους και άλλους παράγοντες που μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων, όπως το κάπνισμα ή υψηλή χοληστερόλη. Παρόλα αυτά, η μεγάλη ηλικία (65+) και η σοβαρή άπνοια κατά τον ύπνο επηρέαζαν μερικώς τη σχέση μεσημεριανού ύπνου και καρδιαγγειακών επεισοδίων.
Οι συντάκτες αυτής της μελέτης εξηγούν ότι η συγκεκριμένη έρευνα μπορεί να έχει πολλά οφέλη για τη δημόσια υγεία.
«Αν και ακόμα τα ερωτήματα είναι περισσότερα από τις υπάρχουσες απαντήσεις, έχει έρθει η ώρα να αποκαλυφθεί η σημασία του μεσημεριανού ύπνου για τις επιβαρυμένες καρδιές», τονίζουν οι ειδικοί.