Για την ανάλυση, οι ερευνητές αξιολόγησαν στοιχεία που συλλέχθηκαν μεταξύ 2000 και 2002 για 3.579 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 45-84 ετών που συμμετείχαν στην πολυεθνική μελέτη για την αθηροσκλήρωση.
Η καρδιαγγειακή υγεία προσδιορίστηκε με βάση επτά μετρήσεις -κάπνισμα, σωματική δραστηριότητα, δείκτης μάζας σώματος, διατροφή, ολική χοληστερόλη, αρτηριακή πίεση και γλυκόζη αίματος- με κάθε μέτρηση να συνεισφέρει μηδέν βαθμούς, έναν βαθμό ή δύο βαθμούς εάν βρίσκεται στο αρνητικό, ενδιάμεσο ή ιδανικό εύρος, αντίστοιχα, για ένα εύρος 0-14 βαθμών.
Το 20% των συμμετεχόντων ανέφεραν άγχος που σχετίζεται με την εργασία, το οποίο αξιολογήθηκε μέσω ερωτηματολογίου.
Αφού ελήφθησαν υπόψιν παράγοντες που δυνητικά επηρεάζουν την υγεία, τα άτομα με άγχος που σχετιζόταν με την εργασία, είχαν 25% και 27% λιγότερες πιθανότητες να έχουν μέσες (9-10 μονάδες) και βέλτιστες (11-14 μονάδες) βαθμολογίες καρδιαγγειακής υγείας, αντίστοιχα, σε σύγκριση με τα άτομα που δεν βίωναν εργασιακό στρες.
«Για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της δημόσιας υγείας του εργασιακού στρες και των επιζήμιων επιπτώσεών του στην καρδιαγγειακή υγεία, οι μελλοντικές έρευνες θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στη χρήση διαχρονικών μελετών για τον εντοπισμό των μηχανισμών που διέπουν αυτή τη συσχέτιση», δήλωσαν ο πρώτος συγγραφέας Oluseye Ogunmoroti, από το Πανεπιστήμιο Emory και η ανώτερη συγγραφέας Erin Michos, από το MD, MHS, του Πανεπιστημίου Johns Hopkins.
«Επιπλέον, η διεξαγωγή μελετών παρέμβασης στο χώρο εργασίας είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη και εφαρμογή αποτελεσματικών στρατηγικών διαχείρισης του στρες που μπορούν να ενισχύσουν την ευημερία των εργαζομένων και να βελτιώσουν την καρδιαγγειακή υγεία».
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of the American Heart Association.