Τα συμπτώματα της προστατίτιδας περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα κλινικών εκδηλώσεων, συχνά ήπιας μορφής και πολλές φορές ακαθόριστης εντόπισης. Εάν έχετε παρατηρήσει συμπτώματα όπως πόνο στη λεκάνη, στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, στους όρχεις και στο εσωτερικό μέρος των μηρών, συχνουρία, νυκτουρία, ενόχληση κατά την ούρηση, κατά την σεξουαλική επαφή και την εκσπερμάτιση, πυρετό με ρίγος, τότε καλό θα ήταν να επισκεφθείτε τον ουρολόγο σας.
Η προστατίτιδα αποτελεί την πιο συχνή ουρολογική πάθηση σε άντρες κάτω των 50 ετών και την τρίτη πιο συχνή μετά την ηλικία των 50 (μετά την καλοήθη υπερτροφία του προστάτη και τον καρκίνο του προστάτη). Το 25% των ανδρών ασθενών που προσέρχονται στον ουρολόγο αναφέρει συμπτώματα προστατίτιδας και το 50% αναφέρει συμπτώματα προστατίτιδας σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Η πιθανότητα εμφάνισης προστατίτιδας είναι υψηλότερη σε νέους άνδρες ηλικίας 20 – 40 ετών που έχουν πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους και δεν χρησιμοποιούν προφυλάξεις.
Ποια είναι η αιτιοπαθογένεια
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η αιτιοπαθογένεια της προστατίτιδας δεν είναι γνωστή. Εξαίρεση αποτελεί η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα στην οποία η γενικευμένη φλεγμονή του προστάτη προκαλείται από συγκεκριμένα παθογόνα Gram (-) μικρόβια (κυρίως E.coli το οποίο απομονώνεται στο μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων) και κατά δεύτερο λόγο πρωτέα, κλεμπσιέλλα, εντεροβακτήρια, ψευδομονάδα). Η συχνότερη οδός μόλυνσης είναι η ανιούσα (μέσω της ουρήθρας) ή η παλινδρόμηση μολυσμένων ούρων διαμέσου των προστατικών πόρων. Σπανιότερες οδοί μόλυνσης είναι η κατά συνέχεια ιστών (από τον ορθό), η λεμφογενής και η αιματογενής διασπορά.
Όσον αφορά τις χρόνιες μορφές προστατίτιδας, η αιτιοπαθογένεια είναι αρκετά διαφορετική. Μπορεί είναι αποτέλεσμα χρόνιας φλεγμονής του προστάτη από τα ίδια ουροπαθογόνα βακτήρια που ευθύνονται για την οξεία μορφή ή και να είναι αποτέλεσμα ανεπαρκούς αντιμετώπισης της. Υπάρχουν όμως και άλλοι μικροοργανισμοί που ενοχοποιούνται όπως ο γονόκοκκος, το ουρεόπλασμα, το μυκόπλασμα, τα χλαμύδια, οι τριχομονάδες, μύκητες κ.α. Μερικοί από τους παράγοντες κινδύνου είναι η ενδοπροστατική ενδοκρινή παλινδρόμηση (παλινδρόμηση των ούρων μέσα στους εκφορητικούς πόρους του προστάτη που οδηγεί σε χημική φλεγμονή του αδένα), η φίμωση, η πρωκτική σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό, η οξεία επιδιδυμίτιδα, η ύπαρξη μόνιμου ουροκαθετήρα κ.α.
Ποια είναι τα συμπτώματα και η θεραπεία
Οξεία βακτηριακή προστατίτιδα: Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από οξεία εμφάνιση του πόνου στο περίνεο (η περιοχή ανάμεσα στους όρχεις και τον πρωκτό) και υπερηβικά. Ο ασθενής παρουσιάζει υψηλό πυρετό με ρίγος και συνοδά ερεθιστικά συμπτώματα, όπως συχνουρία, επιτακτικότητα και έντονο καύσο κατά την ούρηση. Υπάρχει πιθανότητα, λόγω του οιδήματος του προστάτη, να προκληθεί οξεία επίσχεση ούρων. Η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα χρήζει άμεσης αντιμετώπισης γιατί μπορεί να οδηγήσει τον ασθενή σε σηπτική κατάσταση. Απαιτείται χορήγηση αντιβιοτικών από το στόμα ή ενέσιμα, αντιπυρετικών και αντιφλεγμονωδών. Απαραίτητη είναι η άφθονη λήψη υγρών και συχνά απαιτείται νοσηλεία για χορήγηση υγρών και αντιβιοτικών από τη φλέβα. Η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα είναι πλήρως ιάσιμη με την λήψη αντιβιοτικών για μικρό χρονικό διάστημα (συνήθως 3 εβδομάδων).
Χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα (βακτηριακή και μη βακτηριακή) : Αίσθημα βάρους στο περίνεο, συχνουρία και επιτακτική ανάγκη κένωσης του εντέρου, αίσθημα ατελούς κένωσης της ουροδόχου κύστης, δυσκολία και καύσος κατά την ούρηση, αίσθημα πόνου στους όρχεις ή στη βουβωνική χώρα ακόμη και νυκτουρία. Ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει ελαττωμένη ερωτική επιθυμία, να έχει διαταραχές στη στύση και πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή και την εκσπερμάτιση. Έρευνες αναφέρουν ότι η χρόνια προστατίτιδα μπορεί να επηρεάσει μακροχρόνια και την ποιότητα του σπέρματος.
Η εκσπερμάτιση μπορεί να είναι πρόωρη ή και επώδυνη και γενικώς ο ασθενής επιβαρύνεται ψυχολογικά. Και σε αυτή τη περίπτωση απαιτείται θεραπεία με αντιβιοτικά. Η διάρκεια της θεραπείας πρέπει να είναι για μεγάλο χρονικό διάστημα, από 3 εβδομάδες έως και 4 μήνες έτσι ώστε να μειώσουμε την πιθανότητα υποτροπής. Παράλληλα, θα πρέπει να διερευνηθούν τα αίτια τα οποία συμβάλουν στη δημιουργία ουρολοιμώξεων όπως η λιθίαση του ουροποιητικού, η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (μέτρηση υπολειπόμενο ούρων), ύπαρξη επιμολυσμένων προστατικών λίθων και παθήσεις που επηρεάζουν τη νεύρωση της κύστης. Κάποιες φορές παρά τη μεγάλη διάρκεια της θεραπείας η ανταπόκριση είναι πτωχή και η ίαση δεν είναι πάντα εφικτή. Έτσι σε επιλεγμένες περιπτώσεις και σε επιλεγμένους ασθενείς, μπορεί να διενεργηθεί διουρηθρική προστατεκτομή, εφόσον όλες οι άλλες θεραπευτικές λύσεις έχουν αποτύχει.
Η χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα (σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους):
Καθώς η αιτιολογία της νόσου παραμένει αδιευκρίνιστη, η θεραπευτική αντιμετώπιση αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Αυτή η πολύπλοκη οντότητα απαιτεί εμπειρία από το γιατρό, ο οποίος θα πρέπει να εξατομικεύει και προσαρμόζει τις διάφορες θεραπείες που υπάρχουν ανά ασθενή. Η θεραπεία γίνεται επί συμπτωμάτων με μόνο σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Μπορεί να χορηγηθούν αντιβιοτικά, α-αδρενεργικοί αναστολείς, αντιφλεγμονώδη, αντιχολινεργικά, μυοχαλαρωτικά, φυτικά εκχυλίσματα, ακόμη και εναλλακτικές θεραπείες όπως ο βελονισμός και η φυσιοθεραπεία. Τροφές, ποτά ή συνήθειες που επιδεινώνουν τα συμπτώματα θα πρέπει να αποφεύγονται. Τέλος όπως και στη χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα η διουρηθρική προστατεκτομή μπορεί να δώσει την οριστική λύση του προβλήματος
Ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα: δεν υπάρχουν συμπτώματα και συνήθως η διάγνωση γίνεται τυχαία σε βιοψία προστάτη που γίνεται για άλλο λόγο. Δεν απαιτείται θεραπευτική αντιμετώπιση.
Πως γίνεται η διάγνωση
Βασίζεται στο ιστορικό του ασθενούς και στην καλή κλινική εξέταση. Με την καλλιέργεια ούρων, σπέρματος και προστατικού υγρού μπορούμε να εντοπίσουμε εάν υπάρχει μικρόβιο. Στις οξείες μορφές χρήσιμη είναι η γενική αίματος (έντονη λευκοκυττάρωση με παρουσία πολυμορφοπύρηνων) και το PSA (συνήθως παρατηρείται αύξηση). Πιο σπάνια μπορεί να χρειαστεί το υπερηχογράφημα (κύστης - προστάτη- όρχεων ή διορθικό) και η αξονική τομογραφία.
Προστατίτιδα, διατροφή και άσκηση.
Οι ασθενείς που πάσχουν από προστατίτιδα θα πρέπει να αποφεύγουν τα τηγανητά, την καφεΐνη, το αλκοόλ, τα πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα, τα πικάντικα.
Αντίθετα, τροφές που μπορεί να βοηθήσουν γενικά στη «υγεία του προστάτη» είναι: τα φρέσκα φρούτα και τα λαχανικά, οι ντομάτες και η σάλτσα ντομάτας, το καρπούζι (λυκοπένιο), οι ξηροί καρποί, οι κολοκυθόσποροι και τα δημητριακά ολικής άλεσης (ψευδάργυρος, βιταμίνη Ε, σελήνιο), το ελαιόλαδο, η σόγια, τα ψάρια όπως ο σολομός, οι σαρδέλες, ο τόνος, οι αντζούγιες (ω-3 λιπαρά, σελήνιο, βιταμίνη Ε).
Όπως και στις υπόλοιπες λοιμώξεις του ουροποιογεννητικού συστήματος, ασθενής θα πρέπει πίνει άφθονο νερό.
Βοηθάει επίσης η συχνή εκσπερμάτιση (2-3 φορές την εβδομάδα).
Οι ασκήσεις των μυών του πυελικού εδάφους (ασκήσεις Kegel) προκαλούν αύξηση της αιματικής κυκλοφορίας της πυέλου και επομένως βελτίωση των συμπτωμάτων.
Τέλος, η έκθεση της περιοχής (περινέου) σε ζεστό νερό μπορεί να προκαλέσει ύφεση των συμπτωμάτων.
Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφτείτε την ιστοσελίδα: www.ourodiagnosi.gr ή επικοινωνήστε με τον κο Ιωάννη Σαλμά, Χειρουργός Ουρολόγος, Ουρολογικό Ανδρολογικό Ιατρείο Ουροδιάγνωση, τηλ: 210 9604187, 693 676 2009