Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα της έρευνας «Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής και Υγείας» και πραγματοποιήθηκε σε 4.600 εθελοντές απ’ όλη την χώρα. Τα νέα ευρήματα παρουσίασαν σε ημερίδα στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο ο καθηγητής Αντώνης Ζαμπέλας, ο αντιπρύτανης του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Δημοσθένης Παναγιωτάκος και οι ερευνήτριες Αναστασία-Βασιλική Μητσοπούλου και Εμμανουέλλα Μαγριπλή.
Τα κυριότερα ευρήματά της είναι τα εξής:
* Τρώμε υπερβολικά πολλά ζωικής προελεύσεως τρόφιμα. Αυτό έχει ως συνέπεια να υπερκαταναλώνουμε λίπος, κορεσμένα λιπαρά και πρωτεΐνες.Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κορεσμένα λιπαρά πρέπει να μειωθούν κατά 30% στον υγιή γενικό πληθυσμό. Πρέπει επίσης να μειωθούν κατά περίπου 50% στα άτομα που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων.
* Τρώμε πολύ λίγα ωφέλιμα λιπαρά, όπως τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Καλές πηγές αυτών των λιπαρών είναι οι ξηροί ανάλατοι καρποί, οι σπόροι και τα λιπαρά ψάρια (π.χ. σαρδέλα, σολομός, σκουμπρί).
* Εξίσου κακές είναι οι συνήθειές μας και σε ό,τι αφορά την κατανάλωση φυτικών ινών (φρούτα, λαχανικά, όσπρια, δημητριακά ολικής).Σύμφωνα με την έρευνα, έξι στους 10 Έλληνες τρώνε λιγότερο απ’ όσο θα έπρεπε για καλή υγεία. Η κατώτερη συνιστώμενη δόση είναι τα 25 γραμμάρια την ημέρα (συνιστώνται 25-35 γραμμάρια ημερησίως). Ωστόσο το 60% των Ελλήνων τρώνε λιγότερο από αυτήν.
Οι κακές διατροφικές συνήθειες έχουν ως συνέπεια να παρουσιάζουν οι Έλληνες ελλιπή πρόσληψη βασικών βιταμινών και ιχνοστοιχείων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι έχουμε χαμηλή πρόσληψη σε βιταμίνες Α, Ε, Κ αλλά και σε βιταμίνη D.
Δεν προσλαμβάνουμε επίσης επαρκείς ποσότητες φυλλικού (ή φολικού) οξέος, αλλά ούτε και ασβεστίου, καλίου, μαγνησίου και σιδήρου.
Αντιθέτως, τρώμε πάρα πολύ νάτριο, δηλαδή αλάτι. Μάλιστα αυτό ισχύει χωρίς να συνυπολογισθεί το αλάτι που προσθέτουμε στο φαγητό μας.
Ο συνδυασμός της καθιστικής ζωής με τις κακές διατροφικές συνήθειες έχει ολέθρια αποτελέσματα. Ολοένα περισσότεροι Έλληνες εκδηλώνουν χρόνια νοσήματα, με τα καρδιαγγειακά και τον διαβήτη να προσβάλλουν μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού.Έτσι, το περίπου 5% των ανδρών και το 2% των γυναικών στη χώρα μας έχουν υποστεί κάποιο καρδιαγγειακό επεισόδιο. Οι ασθενείς αυτοί όμως δεν είναι όλοι ηλικιωμένοι: πολλοί είναι νέοι άνθρωποι, ακόμα και 30άρηδες!
Άλλα συμπεράσματα ήταν τα εξής:
* Το σχεδόν 20% των Ελλήνων έχουν υπέρταση (λιγότεροι από τους μισούς τη ρυθμίζουν επαρκώς)
* Το 25% σε όλες τις ηλικίες έχουν αυξημένα λιπίδια (χοληστερόλη, τριγλυκερίδια). Ειδικά στις ηλικίες άνω των 60 ετών, όμως, το πρόβλημα αφορά πάνω από το 50% του πληθυσμού.
* Το 6-7% του πληθυσμού έχει σακχαρώδη διαβήτη
* Το 60% των ανδρών και το 40% των γυναικών είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Συνολικά, το 25% ανδρών και γυναικών (ηλικίες άνω των 18 ετών) στην Ελλάδα έχουν τουλάχιστον έναν από τους κλασικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα.Ωστόσο στις ηλικίες άνω των 40 ετών το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 50% του πληθυσμού.
Το μοναδικό καλό νέο είναι ότι έχουμε περιορίσει το κάπνισμα. Πλέον οι καπνιστές περιορίζονται σε ποσοστό κάτω του 40% του πληθυσμού, όταν πριν από λίγα χρόνια έφθαναν στο 50%