Τα εκκολπώματα κατακρατούν κοπρανώδες υλικό, λόγω του σχήματος και της θέσης τους, δημιουργώντας έτσι τις ιδανικές συνθήκες για «υπερανάπτυξη» μικροβίων. Εκκολπωματίτιδα είναι το αποτέλεσμα της φλεγμονής ενός εκκολπώματος. Στις τυπικές περιπτώσεις ξεκινάει με ήπιο πόνο που εντοπίζεται στο αριστερό κάτω μέρος της κοιλιάς, ο οποίος με την εξέλιξη της φλεγμονής δυναμώνει, ενώ στα συμπτώματα προστίθενται ο πυρετός και η ναυτία, με παράλληλη παύση της αποβολής αερίων και κοπράνων.
Τι είδους επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν;
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, μία κρίση οξείας εκκολπωματίτιδας μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά και να υποχωρήσει, χωρίς καμία επιπλέον επίπτωση για τον ασθενή. Σε ένα μικρό ποσοστό ωστόσο, στην πορεία μπορεί να εμφανιστούν άμεσες ή απώτερες επιπτώσεις – επιπλοκές. Για παράδειγμα, υπάρχει η πιθανότητα διάτρησης του εκκολπώματος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία τοπικού αποστήματος, ή την εξέλιξή σε βαριά περιτονίτιδα.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η εξέταση για τη διάγνωση των εκκολπωμάτων είναι η κολονοσκόπηση. Η συγκεκριμένη εξέταση δεν πρέπει να γίνεται στην οξεία φάση της φλεγμονής, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος της ιατρογενούς διάτρησης του εντέρου. Σε αυτή τη φάση η εξέταση είναι η αξονική τομογραφία.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Στα πρώτα στάδια ο ασθενής εισάγεται στο νοσοκομείο και ξεκινάει ενδοφλέβια θεραπεία με δύο ή τρία αντιβιοτικά φάρμακα. Συνήθως τα συμπτώματα ηρεμούν και η φλεγμονή αναχαιτίζεται μετά από 4-5 δόσεις φαρμάκου. Σε περίπτωση που η φλεγμονή εξελίσσεται και καταλήγει σε διάτρηση με περιτονίτιδα, ο ασθενής οδηγείται επειγόντως στο χειρουργείο. Η επέμβαση που γίνεται σε όλες τις περιπτώσεις ονομάζεται σιγμοειδεκτομή, δηλαδή αφαίρεση του σιγμοειδούς.
Η σύγχρονη γραμμή στις περισσότερες εξειδικευμένες κλινικές που ασχολούνται με τις παθήσεις του παχέος εντέρου και του ορθού, είναι η ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση όλων των καλοήθων παθήσεων του εντέρου, όπως της εκκολπωματίτιδας.