Πρόκειται για μια θεραπευτική μέθοδο που χρησιμοποιεί το ανοσολογικό σύστημα κατά ορισμένων ασθενειών όπως ο καρκίνος και γίνεται είτε με τη διέγερση του ανοσολογικού συστήματος, ώστε να επιτεθεί στα καρκινικά κύτταρα, είτε με τη χορήγηση παραγόντων που ενισχύουν την ανοσιακή απάντηση.
Την αισιοδοξία τους ότι η λύση στη θεραπεία του καρκίνου θα δοθεί μέσα από την ανοσοθεραπεία, ότι στα επόμενα 10 χρόνια θα αλλάξει ριζικά η επιδημιολογία του καρκίνου παγκοσμίως και ότι χάρη στην ανοσοθεραπεία ο καρκίνος θα καταστεί ένα ακόμη χρόνιο νόσημα, εξέφρασαν, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, στο περιθώριο του 34ου Βορειοελλαδικού Ιατρικού Συνεδρίου, ο αναπληρωτής καθηγητής ανοσολογίας στο Université Pierre et Marie Curie των Παρισίων, ανοσογενετιστής, Ιωάννης Θεοδώρου, και η ομότιμη καθηγήτρια Παθολογίας – Ανοσολογίας του ΑΠΘ, Παναγιώτα Μπούρα.
Η κ. Μπούρα χαρακτήρισε την ανοσοθεραπεία ως ένα Big Bang, αναφέροντας ότι η ιστορία ξεκίνησε περί τις αρχές του 2001-2002, ενώ μετά το 2010 έγινε η μεγάλη έκρηξη.
«Έχουν «θεραπευτεί» ασθενείς ή έχουν μπει σε παρατεταμένες υφέσεις, σε υφέσεις χωρίς ταλαιπωρία του ασθενή, δηλαδή ελεύθερες νόσου. Διάβαζα σήμερα για μία ομάδα ασθενών η οποία έχει ξεπεράσει τα δέκα χρόνια απόλυτης ύφεσης για μελάνωμα. Μιλάμε για πολύ παρατεταμένη ύφεση και για μεγάλες περιόδους εκτός νόσου. Έχουν μπει στη διαδικασία της ανοσοθεραπείας και άλλα νοσήματα τα οποία είναι τα χειρότερα κακοήθη. Έχει μπει ο καρκίνος του πνεύμονα, που είναι από τους κακοηθέστερους καρκίνους, έχει μπει ο καρκίνος του νεφρού και τελευταία του πεπτικού συστήματος. Πιστεύω ότι την τρέχουσα περίοδο στα επόμενα δέκα χρόνια θα έχει αλλάξει ριζικά η επιδημιολογία της νόσου παγκοσμίως. Περνάμε σε μια άλλη περίοδο. Περνάμε όμως και σε μία περίοδο όπου πιστεύω ότι η λύση στη θεραπεία του καρκίνου θα έρθει από την ανοσολογία. Είναι η περίοδος πια όπου οι ανοσοθεραπείες θα μπούνε στην πρώτη γραμμή και θα υπάρξει υποβοήθηση από αλλά ίσως κλασικά φάρμακα ή και την ακτινοβολία» επισήμανε η κ. Μπούρα.
Ερωτήματα και αποφάσεις για την εφαρμογή της ανοσοθεραπείας
Η ανοσοθεραπεία, όπως ανέφερε ο κ. Θεοδώρου, χρησιμοποιήθηκε αρχικά μετά την κλασική χημειοθεραπεία.
«Μετά το 2013-14 είδαμε ότι η ανοσοθεραπεία σε μερικούς όγκους ίσως να ήταν πιο αποτελεσματική από την κλασική θεραπεία και αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε ένα δίλημμα: τι πρέπει να κάνουμε πρώτα; Να κάνουμε πρώτα ανοσοθεραπεία ή πρώτα χημειοθεραπεία; Να κάνουμε και τα δυο; Τι τύπου ανοσοθεραπεία να κάνουμε; Να κάνουμε ανοσοθεραπεία με Αναστολείς Σημείων Ελέγχου (checkpoint inhibitors) που είναι ευρέως διαδεδομένη μετά το 2010; Να κάνουμε ανοσοθεραπεία με CAR T κύτταρα; (Είναι ένας τρόπος θεραπείας. Σε ένα ανοσολογικό σύστημα το οποίο είναι κουρασμένο από χημειοθεραπείες ή από την ηλικία ή από οτιδήποτε, μπορούμε να πάρουμε κάποιες πληροφορίες και κάποια συγκεκριμένα γονίδια από λεμφοκύτταρα Τ που βρίσκονται μέσα στον όγκο. Τα βάζουμε μέσα σε κύτταρα κάποιου άλλου υγιούς δότη, για να μπορέσουμε αργότερα να τα εγχύσουμε στον άρρωστο, για να έχουμε κάποιο θεραπευτικό αποτέλεσμα.) Ή να κάνουμε εμβολιασμούς παίρνοντας κύτταρα από κάποιο δότη ή κάνοντας κατευθείαν ανοσοποίηση του αρρώστου;» αναρωτήθηκε ο κ. Θεοδώρου.
Πώς λειτουργούν τα RNA εμβόλια;
Ο κ. Θεοδώρου επισήμανε ότι τελευταία έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται τα RNA εμβόλια, τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως για το μελάνωμα με σχετικά καλά αποτελέσματα. Παράλληλα διευκρίνισε ότι αυτά τα εμβόλια χορηγούνται σε διεγνωσμένους ασθενείς και βρίσκουν ποια μόρια παρουσιάζει ο όγκος στην επιφάνειά του, τα οποία μπορεί να αναγνωριστούν από το ανοσολογικό σύστημα. Από τη στιγμή που αναγνωρίζονται από το ανοσολογικό σύστημα, γίνεται προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν για να διεγερθεί το ανοσολογικό σύστημα απέναντι σε αυτά είτε κατευθείαν στον ίδιον τον άρρωστο είτε περνώντας από τα κύτταρα κάποιου δότη.
Τα καλύτερα αποτελέσματα της ανοσοθεραπείας αυτήν τη στιγμή είναι στο μελάνωμα και στον καρκίνο του πνεύμονα, γιατί είναι όγκοι οι οποίοι μεταβάλλονται πάρα πολύ, ανέφερε ο κ. Θεοδώρου.