Ωστόσο, οι άνδρες σε μικρότερη ηλικία έχουν και μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν, σε σχέση με τους μεγαλύτερους άνδρες.Ο εντοπισμένος αλλά και τοπικά προχωρημένος καρκίνος προστάτη αντιμετωπίζεται κατ’ εξοχήν και πρωταρχικά με ριζική προστατεκτομή. Η ηλικία του ασθενούς, η καλή προεγχειρητική λειτουργία και η διατήρηση των λεγόμενων αγγειονευρωδών δεματίων -μια πολύπλοκη νευρο-αγγειακή δομή που είναι υπεύθυνη για την εγκράτεια των ούρων και τη στύση- αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την επανάκτηση της στυτικής λειτουργίας. Σημαίνοντα ρόλο έχει και η ψυχολογία του ασθενή μετά τη διάγνωση, δεδομένου ότι η κατάθλιψη είναι παράγοντας στυτικής δυσλειτουργίας. Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτόν, παλαιότερα μεγάλο ποσοστό των χειρουργημένων ασθενών παρουσίαζε στυτική δυσλειτουργία μετά από την επέμβαση και τις συμπληρωματικές θεραπείες (ορμονοθεραπεία, ακτινοθεραπεία).
Τελευταία, η ρομποτική χειρουργική απέδωσε τα μέγιστα στη συχνότατη αυτή ογκολογική πάθηση των ανδρών. Οι ασθενείς παράλληλα με τα οφέλη της ελάχιστης παρέμβασης (μειωμένος πόνος, σημαντικά ελαττωμένες απώλειες αίματος, σύντομη νοσηλεία και επαναφορά στην καθημερινότητα κ.λπ.) απολαμβάνουν και τα βελτιωμένα λειτουργικά αποτελέσματα, δηλαδή την ταχύτερη εγκράτεια ούρων και την επανάκτηση της στυτικής λειτουργίας.
«Προς αυτή την κατεύθυνση συνέβαλε η μεγέθυνση του χειρουργικού πεδίου αλλά και η τρισδιάστατη άποψη που παρέχει, τα οποία οδήγησαν τους εξειδικευμένους στο ρομποτικό σύστημα ουρολόγους να κατανοήσουν την πολύπλοκη ανατομία γύρω από τα αγγειονευρώδη δεμάτια, όπως και τους σφιγκτηριακούς μηχανισμούς που εφάπτονται του προστάτη, και κατά την εξαίρεσή τους μπορούν ανεπανόρθωτα να παραβλαφθούν, με ολέθρια αποτελέσματα για τη μετέπειτα ποιότητα ζωής των ασθενών αυτών. Έτσι μπορούμε πλέον να αποδίδουμε ογκολογική θεραπεία του καρκίνου του προστάτη με τη ρομποτική χειρουργική έχοντας ταυτόχρονα αυξήσει την πιθανότητα να παρέχουμε στον άνδρα αυτόν επανάκτηση της στυτικής του ικανότητας», ο χειρουργός ουρολόγος Δρ Γεώργιος Κυριάκου, διδακτικό μέλος IRCAD/EITS της Ιατρικής Σχολής του Στρασβούργου.
Η χρήση της πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας προστάτη που προηγείται της επέμβασης στους ασθενείς βοηθά στον εντοπισμό με μεγάλη ακρίβεια της θέσης των ογκολογικών εστιών στον προστάτη και παρέχει στους ειδικούς τη γνώση αν είναι ογκολογικά εφικτή η ασφαλής διατήρηση όλων ή εν μέρει των νευρικών δομών που είναι υπεύθυνες για τη στύση, ώστε να δίνεται στον ασθενή η δυνατότητα να είναι ογκολογικά καθαρός αλλά και να έχει την καλύτερη δυνατή διατήρηση των στυτικών νεύρων, οι οποίες εφάπτονται εκατέρωθεν της κάψας του προστάτη.
«Εκεί όπου ο όγκος ευρίσκεται σε πολύ στενή επαφή με την κάψα του προστάτη ή φαίνεται να τη διηθεί και επί αμφιβολιών για το αν πρέπει να διατηρηθούν εξ ολοκλήρου οι νευρικές δομές, έχουμε τη δυνατότητα κατά τη διάρκεια της επέμβασης να ελέγξουμε το παρασκεύασμα του προστάτη στο μικροσκόπιο. Αν έχει υγιή όρια, είμαστε ικανοποιημένοι και ογκολογικά αλλά και αναφορικά στη διατήρηση των στυτικών νεύρων, αν όχι, τότε αφαιρούμε τα νεύρα από τη βεβλαμμένη αυτή περιοχή. Έτσι, δεν έχουμε θυσιάσει, όπως παλιότερα, εξαρχής συνολικά τα νεύρα με την υπόθεση ότι μπορεί ο καρκίνος να έχει φτάσει εκεί σε υποψία πιο προχωρημένου καρκίνου τοπικά», προσθέτει ο Δρ Κυριάκου.