Κάποιες από τις βιταμίνες που λαμβάνουμε με την τροφή μας αποθηκεύονται στο σώμα μας και ειδικά στο λιπώδη ιστό (λιποδιαλυτές βιταμίνες A, E, D και K) και κάποιες αποβάλλονται αμέσως με τα υγρά του οργανισμού ( υδατοδιαλυτές βιταμίνες C και σύμπλεγμα B). Οι ουσίες αυτές (13 αναγνωρισμένες μέχρι σήμερα) έχουν διαφορετική χημική σύσταση μεταξύ τους και διαφορετικές δράσεις, όλες απολύτως απαραίτητες για τη διατήρηση της καλής υγείας του οργανισμού μας. Λειτουργούν σαν ορμόνες, σαν ρυθμιστές της ανάπτυξης των κυττάρων και των ιστών και σαν πρόδρομες μορφές ενζυματικών συμπλόκων. Επίσης, μία σημαντική δράση κάποιων βιταμινών είναι η αντιοξειδωτική λειτουργία τους, για αυτό ονομάζονται αντιοξειδωτικές βιταμίνες (β-καροτένη, βιταμίνη C και Ε). Με αυτή τη λειτουργία τους παγιδεύουν τις ελεύθερες ρίζες και απενεργοποιούν επικίνδυνα μόρια, μεταξύ των οποίων την οξειδωμένη LDL χοληστερόλη. Η τελευταία θεωρείται ιδιαίτερα αθηρογόνος, οπότε η λήψη αντιοξειδωτικών βιταμίνων θα μπορούσε να έχει προστατευτικό ρόλο στο ενδοθήλιο των αγγείων, όπου ξεκινά η αθηροσκλήρωση.
Η β-καροτένη βρίσκεται στα κόκκινα και πορτοκαλί λαχανικά, πχ στα καρότα, στις πιπεριές, στις ντομάτες, στα βερύκκοκα, στη γλυκοπατάτα και στην κολοκύθα. Βρίσκεται επίσης σε κάποια πράσινα λαχανικά, πχ στο σπανάκι και στο μπρόκολο. Η βιταμίνη C βρίσκεται στα ακτινίδια, στα εσπεριδοειδή, στα μούρα, στις πιπεριές, στα λαχανάκια βρυξελλών, στο μπρόκολο και στη γλυκοπατάτα. Έλλειψη υπάρχει μόνο σε πληθυσμούς που δεν καταναλώνουν καθόλου φρούτα και λαχανικά. Πρέπει να σημειωθεί ότι καπνιστές και αλκοολικοί, χρειάζονται διπλάσιες ποσότητες βιταμίνης C καθημερινά, σε σχέση με τους μη καπνιστές και αυτούς που δεν καταναλώνουν αλκοόλ. Η βιταμίνη E βρίσκεται στα φυτικά λάδια, στα αμύγδαλα, στα φυστίκια, στα φουντούκια, στα αυγά και στα δημητριακά.
Από πειραματικές μελέτες σε ζώα, φάνηκε ότι η χορήγηση αντιοξειδωτικών βιταμινών μείωσε τα επίπεδα της αορτικής πάχυνσης και της καρωτιδικής στένωσης, δηλαδή μείωσε τον κίνδυνο για καρδιαγγειακό νόσημα. Από τις μελέτες παρατήρησης σε ανθρώπους, επίσης φάνηκε ότι η λήψη αντιοξειδωτικών βιταμινών με την καθημερινή λήψη φρούτων, λαχανικών και άλλων τροφών που περιέχουν τις αντιοξειδωτικές βιταμίνες, καθώς και τα επίπεδα αυτών των βιταμινών στο αίμα, είχαν αντίστροφη σχέση με τον κίνδυνο για καρδιαγγειακό νόσημα. Ωστόσο, από τις τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, δεν φάνηκε σημαντικό όφελος από την χορήγηση συμπληρωμάτων με αντιοξειδωτικές βιταμίνες σε μεγάλες δόσεις. Αντιθέτως, σε κάποιες από τις μελέτες (ATBC study) φάνηκε ακόμα και αύξηση της νοσηρότητας και της θνητότητας, όπως για παράδειγμα αύξηση των θανάτων από αιμορραγικά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδεια μετά από χορήγηση μεγάλων δόσεων βιταμίνης Ε. Μια μεγάλη κλινική δοκιμή (Physicians Health Study- phase II) πρόσφατα έδειξε ότι η χορήγηση σκευάσματος πολυβιταμίνης για πολλά χρόνια σε άνδρες γιατρούς , δεν είχε κανένα αποτέλεσμα στον καρδιαγγειακό κίνδυνο, αλλά είχε θετικά αποτελέσματα στον κίνδυνο για καρκίνο.
Η βιταμίνη D είναι επίσης μια βιταμίνη με ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσον αφορά την μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου: Η βιταμίνη D είναι η εξαίρεση των βιταμινών, διότι παράγεται στο ανθρώπινο σώμα μετά την έκθεση σε δυνατή υπεριώδη ακτινοβολία. Σε πολύ μικρότερες ποσότητες μπορεί να ληφθεί με την τροφή, και ειδικά με τα λιπαρά ψάρια, τα ψαρόλαδα, τα αυγά και το συκώτι. Τα τελευταία χρόνια, λόγω της εκτεταμένης χρήσης των αντηλιακών (που προφανώς ενδείκνυνται για την αποφυγή καρκίνων του δέρματος) και της μικρότερης έκθεσης σε δραστηριότητες εξωτερικού χώρου, διαπιστώνεται οτι υπάρχει ανεπάρκεια των πληθυσμών παγκοσμίως σε βιταμίνη D. Εκτός από τις γνωστές ευεργετικές δράσεις της βιταμίνης D στα οστά, στο νευρικό και στο ανοσοποιητικό σύστημα, πιθανολογείται οτι ασκεί ευεργετικές δράσεις και στο καρδιαγγειακό σύστημα μέσω της τροποποίησης της ενδοθηλιακής λειτουργίας, των μηχανισμών πήξης και της φλεγμονώδους διαδικασίας., οπότε η χορήγησή της μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα και στον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Με το πέρας των κλινικών δοκιμών που αυτή τη στιγμή εξελίσσονται, θα μπορούμε να έχουμε πιό ασφαλή συμπεράσματα. Η ανεπάρκεια όμως της βιταμίνης D θα πρέπει σίγουρα να διορθώνεται.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε οτι ενώ η πρόσληψη τροφών πλούσιων σε βιταμίνες και αντιοξειδωτικά είναι ασφαλώς οφέλιμη, η μακροχρόνια λήψη βιταμινούχων σκευασμάτων σε μεγάλες δόσεις δεν έχει αποδεδειγμένο μέχρι σήμερα όφελος στον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται μια καλή αξιολόγηση της διατροφικής λήψης βιταμινών από ειδικό, καθώς και εκτίμηση των επιπέδων των βιταμινών του στον ορό, ώστε σε περίπτωση ανεπάρκειας, να αποφασισθεί αν θα δοθεί συμπλήρωμα διατροφής και για πόσον καιρό. Η αυτοσχέδια, μακροχρόνια και ανεξέλεγκτη ως προς την δοσολογία λήψη βιταμινούχων σκευασμάτων θα πρέπει να αποφεύγεται, διότι μπορεί να έχει αρνητικό αποτέλεσμα για την καρδιαγγειακή και για τη συνολική υγεία μας.
Ιωάννα Αρσενοπούλου, Ιατρός
MSc Διατροφική Ιατρική, University of Surrey