Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα, όταν τρώει κανείς στο σκοτάδι/λιγοστό φως δεν βλέπει το φαγητό του με αποτέλεσμα να μην προκαλείται έκκριση σάλιου και γαστρικών υγρών, κι έτσι το φαγητό είναι δυσκολότερο να καταναλωθεί.
Στο πλαίσιο της έρευνας, συγκεντρώθηκε δείγμα 90 ανθρώπων με τους 50 να έχουν δεμένα μάτια και τους 40 όχι. Στη συνέχεια οι συμμετέχοντες, οι οποίοι δεν είχαν φάει δύο ώρες πριν το πείραμα, κλήθηκαν να φάνε από τρία μπολ με μετρημένη ποσότητα παγωτού κεράσι, καραμέλα και βανίλια, για 15 λεπτά. Όταν το διάστημα αυτό πέρασε, οι ερευνητές μέτρησαν πόσο παγωτό είχε απομείνει και ρώτησαν τους συμμετέχοντες πόσο πίστευαν πως είχαν φάει. Διαπιστώθηκε πως κατά μέσο όρο στο γκρουπ που έβλεπε κάθε συμμετέχων είχε φάει 116 γραμμάρια, ενώ στο γκρουπ με τα δεμένα μάτια είχαν φάει περίπου 105 γραμμάρια.
Ουσιαστικά, η οπτική αποστέρηση αυξάνει την ποσότητα που νομίζουμε πως καταναλώνουμε αξιοποιώντας πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο παρά αναμνήσεις και προσδοκίες