Χρειάζεται όμως λίγη παραπάνω προσοχή σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Academy of Nutrition and Dietetics καθώς μπορεί η ένδειξη αυτή μπορεί, ορισμένες φορές, να παραπλανεί το καταναλωτικό κοινό. Οι ερευνητές διενήργησαν μια εκτενή έρευνα σε 40.000 νοικοκυριά στις ΗΠΑ ,αξιολογώντας περισσότερες από 80 εκατομμύρια αγορές τροφίμων και ποτών. Αποδείχτηκε πως ποσοστό 13% των τροφίμων και 35% των ποτών που αγοράστηκαν είχαν μειωμένη περιεκτικότητα σε κάποιο συστατικό και έφεραν την «χαμηλά λιπαρά». Αυτό όμως που παρατήρησαν οι ερευνητές ήταν ότι μια ένδειξη για χαμηλή περιεκτικότητα σε κάποιο ανθυγιεινό συστατικό δεν αντιστοιχούσε στη διατροφική αξία του προϊόντος.
Για παράδειγμα, ένα μπισκότο με χαμηλά λιπαρά είχε μεν λιγότερη ποσότητα του συστατικού σε σύγκριση με το κανονικό μπισκότο, χωρίς όμως αυτό να συνεπάγεται ότι ήταν διατροφικά ωφέλιμο ως προς την περιεκτικότητά του σε ζάχαρη ή αλάτι.«Επί της ουσίας, η ένδειξη για μειωμένη περιεκτικότητα σε κάποιο συστατικό προκαλεί σύγχυση, καθώς είναι σχετική και εστιάζει σε ένα μεμονωμένο συστατικό» σχολιάζει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, Λίνζεϊ Σμιθ Τάγιε.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως οι καταναλωτές πρέπει να ενημερώνονται για τα διατροφικά στοιχεία των τροφίμων πριν τις αγορές τους και να διαβάζουν καλύτερα τις ετικέτες.