Το φετινό μήνυμα της Παγκόσμιας Ημέρας Επισιτισμού-Διατροφής, αναδεικνύει το ρόλο της οικογενειακής γεωργίας και των μικροκαλλιεργητών. Εστιάζει την προσοχή του κόσμου στην εξάλειψη της πείνας και της φτώχειας, την παροχή επισιτιστικής ασφάλειας, τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, τη διαχείριση των φυσικών πόρων, την προστασία του περιβάλλοντος και την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης, ιδίως στις αγροτικές περιοχές.
Στα πλαίσια, λοιπόν, του 8ου Συνεδρίου DIETS της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Συλλόγων Διαιτολόγων, με θέμα «Υγεία 2020: Διατροφική Υποστήριξη Ευαίσθητων Ομάδων» (8ο DIETS/EFAD Conference «Health 2020: Supporting vulnerable groups»), που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα 9-12 Οκτωβρίου 2014, σε συνεργασία με τον Πανελλήνιο Σύλλογο Διαιτολόγων –Διατροφολόγων, αναδείχθηκε ο ρόλος του διαιτολόγου στη χάραξη ορθών διατροφικών πολιτικών και την προώθηση υγιών διατροφικών προτύπων. Επιπλέον, παρουσιάστηκαν όλες οι νέες εξελίξεις στο χώρο της διαιτολογίας. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του συνεδρίου, η ανακατανομή του εισοδήματος και η δύναμη των επαγγελματιών υγείας μπορούν να αποτελέσουν τις μελλοντικές λύσεις για τη φροντίδα των ευπαθών ομάδων.
Στο Συνέδριο επισημάνθηκε η συμβολή της επιστήμης της επιδημιολογίας στο ερευνητικό και επιστημονικό κομμάτι της Κλινικής Διατροφής αλλά και στην πρακτική εφαρμογή της, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση της δημόσιας υγείας γενικότερα, αλλά και του κάθε ανθρώπου ειδικότερα. Οι μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν παίξει σημαντικό ρόλο για το σχεδιασμό των κατευθυντήριων οδηγιών - συτάσεων. Άλλωστε, γι' αυτό σήμερα μπορούμε να συστήνουμε στον κόσμο την κατανάλωση 5 μερίδων φρούτων και λαχανικών, ή ότι η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ συμβάλλει στην καλή υγεία της καρδιάς. Ακόμα, χάρη σε αυτές τις μελέτες σήμερα γνωρίζουμε ότι τουλάχιστον το 9 - 37% του κινδύνου για καρδιαγγειακό νόσημα αποδίδεται στην διατροφή και μπορεί να αποτραπεί.
Όσον αφορά στα ποσοστά παχυσαρκίας στην Ευρώπη, φαίνεται να διαφέρουν από χώρα σε χώρα, αλλά ακόμα και στο εσωτερικό κάθε κράτους μέλους, υποδεικνύοντας ότι οι διαφορές αυτές δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν μόνο στη γενετική προδιάθεση. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στον τρόπο ζωής και σε συμπεριφορές που επηρεάζουν το ενεργειακό ισοζύγιο, προσδιοριζόμενες από πολιτιστικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους. Το 14,1% των παιδιών στην Ελλάδα είναι υπέρβαρα ενώ το 5,5% είναι παχύσρακα, τη στιγμή που τα αντίστοιχα ποσοστά στη Γερμανία είναι 7,9% και 2,0%. Το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που ξεπερνούν το συνιστώμενο χρόνο τηλεθέασης είναι στην Ελλάδα και την Ισπανία σε ποσοστά 52,7% τις καθημερινές, 80,8% τα σαββατοκύριακα.
Οι προτεινόμενες στρατηγικές για τη μείωση της παχυσαρκίας που παρουσιάστηκαν ήταν οι εξής:
1. Έμφαση περισσότερο στην πρόληψη της αύξησης του βάρους και στην πραγμάτωση μικρών αλλαγών στον τρόπο ζωής απ' ότι στην αντιμετώπιση και σε μη ρεαλιστικές αλλαγές.
2. Ρύθμιση του ενεργειακού ισοζυγίου με αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.
3. Προώθηση ενός έξυπνου τρόπου διατροφής και όχι ενός περιοριστικού.
4. Εκπαίδευση σε γνωστικές δεξιότητες με σκοπό την επίτευξη της ενεργειακής ισορροπίας.
Δρ. Ντορίνα Σιαλβέρα, Κλινικός Διαιτολόγος Διατροφολόγος
Επιστημονικός Συνεργάτης Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Ειδ. Γραμματέας Δημοσίων Σχέσεων & Τύπου Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων – Διατροφολόγων