Μέσα στην περίοδο της Τεσσαρακοστής η νηστεία έχει και τρία μικρά «διαλλείματα» για να μπορέσουν όσοι νηστεύουν να πάρουν δυνάμεις , καθώς η νηστεία αυτή είναι αυστηρή και διαρκεί μεγάλο διάστημα. Η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής ξεκινά την Καθαρή Δευτέρα και ολοκληρώνεται το Μεγάλο Σάββατο, και σε γενικές γραμμές απαγορεύονται κρέας, ψάρι, γαλακτοκομικά, λάδι και κρασί.
Η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις είναι ανήμερα της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπως έχει καθιερωθεί η 25η Μαρτίου. Καθώς είναι μια χαρμόσυνη στιγμή μέσα στην περίοδο της Σαρακοστής και επειδή γιορτάζεται η Παναγία, καθιερώθηκε το το ψάρι, το έλαιο και ο οίνος. Η δεύτερη ημέρα διαφοροποίησης της νηστείας είναι η Κυριακή των Βαΐων και η τρίτη και τελευταία η Μεγάλη Πέμπτη , όπου γίνεται κατάλυση λαδιού.
Η εξήγηση για την επιλογή του συγκεκριμένου ψαριού είναι απλή και πρακτική και σχετίζεται με την δυσκολία των κατοίκων της ενδοχώρας να προμηθεύονται φρέσκο ψάρι. Παρά το ότι ο μπακαλιάρος δεν είναι ένα παροαδοσικακό «ελληνικό» ψάρι, το γεγονός ότι γίνεται παστός τον καθιστά ένα τρόφιμο φθηνό, εύκολα προσβάσιμο σε όλους αλλά κι εύκολο στη συντήρηση. Έτσι ο ξενόφερτος μπακαλιάρος μπακαλιάρος έφτασε στο ελληνικό τραπέζι περί τον 15ο αιώνα και καθιερώθηκε άμεσα ως το εθνικό φαγητό της 25ης Μαρτίου, καθώς με εξαίρεση τα νησιά μας, το φρέσκο ψάρι αποτελούσε πολυτέλεια για τους φτωχούς κατοίκους της ηπειρωτικής Ελλάδας.